Περί μορφής

Η λέξη scuttle σημαίνει βυθίζω το πλοίο με την θέλησή μου∙ όπως και όλος ο πλούτος της γλώσσας, προέρχεται από μία εποχή που η πραγματικότητα ήταν πλούσια και όχι ισοπεδωμένη όπως σήμερα. Το να διατάξεις την βύθιση ενός σκάφους που κοστίζει, για διάφορους λόγους, είτε για να μην σε εγκαταλείψουν οι conquistadores σου, είτε για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών, είναι αυτό που ονομάζουμε «απόφαση». Είναι όπως η θυσία του κομματιού στο σκάκι, ή η άφεσή σου να περικυκλωθής για να περικυκλώσεις συ με την σειρά σου στο GO. Πώς όμως φθάνεις σε αυτήν την απόφαση χωρίς υπολογισμό, τον οποίο ούτε έχεις τον χρόνο να τον κάνεις, ούτε ο υπολογισμός σου την δυνατότητα να βάλει στον λογαριασμό όλες τις πιθανότητες έκβασης των γεγονότων; Με την συγκεκριμένη απόφαση περιορίζεις τις πιθανότητες των μελλοντικών γεγονότων και η συγκεκριμένη απόφαση αντιστοιχεί σε μία αναγνωρίσιμη κατάσταση πραγμάτων: αν μού ζητήσει κάποιος να στεγάσει την σοδιά του, ξέρω αμέσως με ποια αρχιτεκτονική μορφή θα γίνει, δεν θα καθίσω να τήν ανακαλύψω από την αρχή. Η μορφή λοιπόν είναι κάτι περισσότερο από μία εικόνα, λέει κάτι περισσότερο από μία αναπαράσταση, εκφράζει μία δομή. Στα γερμανικά η λέξη Gestalt σημαίνει ακριβώς αυτό, και για αυτό είναι ορθότερο να μιλάμε μαζί με τους Αυστριακούς γκεσταλτίστες για Gestaltqualitäten [ποιότητες Gestalt]. Δύο είναι τα χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τον Christian von Ehrenfels που μάς κάνουν να αναγνωρίσουμε μία Gestalt:

  1. είναι κάτι περισσότερο και διαφορετικό από το άθροισμα των επιμέρους στοιχείων που την αποτελούν. Η ποιότητα «τρίγωνο» είναι κάτι περισσότερο και διαφορετικό από το άθροισμα των ευθυγράμμων τμημάτων που αποτελούν τις πλευρές του: είναι η σχέση μεταξύ των επιμέρους.
  2. παραμένει σταθερή στις μετατροπές. Η ποιότητα «τρίγωνο» αφορά τρίγωνα οποιουδήποτε μεγέθους ή αναλογίας πλευρών. Είναι αυτό που μας επιτρέπει να διακρίνουμε μία μελωδία σε ένα μουσικό κομμάτι, την ανθρώπινη μορφή σε μία εικόνα κτλ. Πώς συμπληρώνει ένας συντηρητής τα κατεστραμμένα κομμάτια από μία αρχαία νωπογραφία ή ένας αναστηλωτής τα χαμένα μέλη ενός οικοδομήματος; Ας φανταστούμε πώς θα ήταν η ζωή μας αν στην επαφή μας με οτιδήποτε θα έπρεπε να κάνουμε υπολογισμούς.

Η μορφή μπορεί να είναι στον χώρο (πχ σχήματα), στον χώρο (πχ μουσική) ή και στους δύο (πχ μία ανθρώπινη δράση, ή να μιλάμε για Lebensform―μορφή βίου)

Πώς αποκρυσταλλώνεται μία μορφή; Είμαστε εμείς κατά κάποιον τρόπο που αποδίδουμε την μορφή σε ένα φαινόμενο καθώς αναζητούμε μορφές για να προσανατολιστούμε. Μες στην άγρια φύση τι άλλο μπορείς να κάνεις από το να αποδώσεις τον χαρακτήρα του «ψηλότερου σημείου» σε ένα βουνό; Αυτό δεν σημαίνει ότι η μορφή είναι «υποκειμενική». Η πράξη της «μορφοδότησης» είναι τέτοια, όχι η ίδια η μορφή. Η μορφή είναι πάντα κάτι «αντικειμενικό».  Ας ακούσουμε τον W.M. Thackeray όταν προσπαθεί να αποδώσει μία μορφή στην χαοτική εντύπωση που προκαλεί σε αυτόν η θέα της Κωνσταντινούπολης:

«Λοιπόν, ἡ θέα τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶναι τόσο καλὴ ὅσο εἶναι κάποιες ἀπ’ τὶς καλύτερες θεατρικὲς εἰκόνες τοῦ Stanfield, ποὺ ἔβλεπες στὴν καλύτερη περίοδο τῆς νεότητας, ὅταν ἡ φαντασία εἶχε πάνω της ὅλη τὴν ἄνθησίν της  ―ὅταν ὅλες οἱ ἡρωίδες ποὺ χόρευαν ἐμπρὸς στὴν σκηνὴ ἐνεφανίζονταν ὡς σαγηνευτικὲς καλλονές, ὅταν ἐκεῖ ἔλαμπε μία ἀπόκοσμος λάμψις γιὰ τὸν Baker καὶ τὸν Diddear ―καὶ ὁ ἦχος ἀπὸ τρομπέτες καὶ βιολιά, καὶ ὁ χαρωπὸς κτύπος τῶν κυμβάλων, ὅταν ἡ σκηνὴ ἐξετυλίγετο, καὶ ἡ μεγαλόπρεπος πομπὴ εἰλίσσεττο  θριαμβικὰ διαμέσου αὐτῆς ―προεκάλει μίαν ἔξαψιν ἡδονῆς, καὶ τὴν ἀφύπνισιν μιᾶς ἀθῴας πληρότητος χαρᾶς ποὺ δίδεται μόνον σὲ ἀγόρια. 
  Ἡ παραπάνω παράγραφος περιέχει τὶς παραπάνω προτάσεις: οἱ χαρές της παιδικῆς ἡλικίας εἶναι οἱ πιὸ ἔντονες καὶ νόστιμες στὸν κόσμο. Τὸ πανόραμα τοῦ Stanfield συνειθίζετο νἆναι ἡ πραγμάτωσις τῆς πιὸ ἐντόνου νεανικῆς φαντασίας. Ἔστειψα τὰ μυαλά μου καὶ δὲν ηὗρα καλύτερη ὁμοιότητα γιὰ τὸν τόπο. Ἡ θέα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὁμοιάζει στὸ ne plus ultra ἑνός διοράματος τοῦ Stanfield, μὲ δοξαστικὴ συνοδεία μουσικῆς, κατάκοσμα ουρί, πολεμιστές, και πομπὲς πνευστῶν, ποὺ χορταίνουν τὰ μάτια καὶ τὴν ψυχὴ μὲ φῶς, λάμψιν καὶ ἁρμονία. Ἐὰν δὲν ἐσαγηνεύθης ποτὲ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο κατὰ τὰ νιάτα σου σὲ ἕνα θέατρο, φυσικὰ ἡ ὅλη σύγκρισις εἶναι ἄχρηστος: καὶ δὲν ἔχεις ἰδέα, ἀπ’αὐτὴν τὴν περιγραφή, τῆς ἐπιδράσεως ποὔχει ἡ Κωνσταντινούπολις στὸν νοῦ. Ἀλλ’ ἂν δὲν σ’ ἤγγιξε ποτὲ τὸ θέατρο, οὐδεμία λέξη μπορεῖ νὰ λειτουργήσῃ ἐπάνω στὴν φαντασία, καὶ τυπογραφικὲς προσπάθειες νὰ τὴν συγκινήσουν εἶν’ ἄχρηστες. Ἐπειδή, ἂς ὑποθέσωμε ὅτι συνδυάζομε τζαμί, μιναρέ, χρυσό, κυπαρίσσια, νερό, γαλάζιο, καΐκια, ἐβδομήντα-τέσσερα, Γαλατά, Τοπχανέ, Ραμαζάνι, Backallum καὶ τόσ’ἄλλα, μαζί, κατὰ τόσο πολλοὺς τρόπους, ἡ φαντασία σου δὲν θἆναι ποτὲ ἰκανὴ νὰ περιγράψῃ μίαν πόλιν μ’ αὐτά.» Notes of a journey from Cornhill to grand Cairo, by M.A. Titmarsh (W.M. Thackeray)

Αυτό που κάνει ο συγγραφεύς είναι μία μεταφορά και είναι η πιο συνήθης μέθοδος της ποίησης: χρησιμοποιείς μίαν κατάσταση πραγμάτων που μοιράζεσαι εμπειρικά με το κοινό σου για να περιγράψεις μίαν κατάσταση πραγμάτων στην οποία το κοινό σου δεν ήταν παρόν. Η λειτουργία του εγκεφάλου είναι άλλωστε συγκριτική. Είναι οι διαφορές και οι συσχετισμοί μεταξύ των αισθητηριακών ποιοτήτων ήτοι η σχετική τάξη τους, που μπορεί να γίνει αντικείμενο επικοινωνίας και επομένως και συζήτησης [all that can be communicated are the differences between sensory qualities, & only what can be communicated can be discussed, F.A.Hayek, The Sensory Order, §1.94]. Για παράδειγμα έχοντας ως σταθερά ένα ζωγραφικό χρώμα μπορώ να συλλάβω τα κοντινά του χρώματα και δεν μπορώ να το έχω ως σταθερά αν δεν το χρησιμοποιήσω ως μέτρο σύγκρισης. Ονομάζουμε το γαλάζιο, γαλάζιο, επειδή τοποθετήσαμε ένα κομμάτι λάπις λάζουλι εμπρός στον ουρανό! Δηλαδή το «μοντέλο» της μορφοποίησης υπάρχει μέσα από την ίδια την πράξη της μορφοποίησης. Η πυραμίς είναι μέτρο του όρους, στον βαθμό που χρησιμεύει ως μοντέλο για αυτό. Μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η μνήμη δεν είναι κάτι παρελθοντικό αλλά κάτι που αναδύεται στο παρόν όταν η αισθητηριακή εμπειρία του παρόντος πρέπει να γίνει αντιληπτή.

Όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός ―υλικός και άυλος― είναι ένας κόσμος μορφών: τοίχοι και νόμοι, καράβια και ποιήματα, μηχανές και τρόποι συμπεριφοράς. Αν σκοπός του ανθρώπου ήταν απλώς η ικανοποίηση αναγκών, θα είχε μείνει κρεμασμένος στα δένδρα. Κάθε μορφή επειδή αλληλεπιδρά με τον περιβάλλοντα κόσμο δημιουργεί καινούργια πράγματα, διαφορετική προοπτική, και επομένως και καινούργιες ανάγκες και στόχους. Η ίδια η μορφή δημιουργεί γύρω της καινούργιο καιρό. Δεν υπάρχει «άγνωστο μέλλον», μήτε «απελευθέρωση από το παρελθόν» όπως θέλουν οι προοδευτικοί, γιατί ο άνθρωπος είναι δέσμιος της μορφής. Το αεροπλάνο θα έχει την μορφή πτηνού. Και όλες οι κατοικίες θα έχουν χώρο ύπνου, φαγητού και καθισιού.  Και ένας συνεπής μηδενιστής δεν θα έπρεπε να μπορεί να βηματίσει ένα μέτρο αφού δεν θα αντιλαμβανόταν τίποτε γύρω του. Το πόσο είμαστε δέσμιοι της μορφής φαίνεται σε εκείνον που εκπλήσσεται από ή ακόμη δυσκολεύεται να αναγνωρίσει την γυναίκα που σκέφτεται όταν την βλέπει μετά από καιρό ή σε αυτόν που δεν αντιλαμβάνεται τις αλλαγές στο σώμα της γυναίκας του καθώς η μορφή της που βρίσκεται στο κεφάλι του ανανεώνεται κάθε μέρα.

Η μορφή λοιπόν σχετίζεται με ένα αισθητηριακό περιεχόμενο, δεν ανήκει ξεκάθαρα στον κόσμο των ιδεών, ούτε στον κόσμο των αισθήσεων και των φαινομένων γεγονότων. Είναι αυτό που γεφυρώνει τον δυισμό ιδέας-αίσθησης και γι’ αυτό είναι η πιο μυστηριώδης έννοια της φιλοσοφίας, και κατεξοχήν χώρος της θρησκείας και της τέχνης. Ακόμη και αν μείνει χωρίς περιεχόμενο, η μορφή «επιζητεί» ένα περιεχόμενο και δεν είναι σπάνια η περίπτωση της επανάχρησης της ―η επανάληψη είναι μέσα στην λειτουργία της μορφής. Αν βρούμε στην παραλία ένα άγνωστο αντικείμενο που ξέβρασε η θάλασσα, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε σε αυτό ένα περιεχόμενο, να σκεφτούμε ποια ήταν η χρήση του. Ουσιαστικά αντιλαμβανόμαστε την μορφή ως μορφή, χωρίς το περιεχόμενο. Αντιλαμβανόμαστε την μορφή μιας τσαγέρας πριν την χρησιμοποιήσουμε ―η χρήση επιβεβαιώνει αυτό που η μορφή μάς προϊδεάζει. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για μία μηχανή, ή για ένα γαλλιόνι. Η ανάγκη της χρήσης, η λειτουργία της καύσης και της μετατροπής της σε κίνηση, και η δοκιμασία της θαλάσσης αποτυπώνονται στις αντίστοιχες μορφές. Όμως όταν σερβίρεις το τσάι, λειτουργείς την μηχανή ή σκαμπανεβάζεις στα κύματα δεν αντιλαμβάνεσαι καμία «μορφή». Το ίδιο μπορούμε να πούμε για την γυναικεία μορφή ότι υποδηλώνει ενέργειες του θήλεος. Εκείνο άλλωστε που λέγεται, ότι το ανθρώπινο πρόσωπο είναι « καθρέφτης της ψυχής» έχει να κάνει με την τάση να διαπεράσουμε την αισθητή μορφή προς το εσωτερικό του άλλου, αλλά καθώς αυτό δεν μπορεί να γίνει, σταματάμε πάνω στο εξωτερικό που μάς επιστρέφει ως μορφή.