Ροκ & “προτεσταντική ηθική”: Wovenhand

Μπορεί να είναι αμφιλεγόμενο εάν ο προτεσταντισμός γέννησε τον καπιταλισμό, όπως υποστήριξε ο Max Weber, αλλά το δόγμα της καθολικής ιεροσύνης κάθε χριστιανού πιστού το οποίο ενστερνίζονται οι διάφορες προτεσταντικές εκκλησίες έχει δημιουργήσει μια «αιρετική» μεν, ενδιαφέρουσα δε μείξη κοσμικών καλλιτεχνικών μορφών έκφρασης και θρησκευτικού κηρύγματος. Σε αυτό το πλαίσιο έχουν εμφανιστεί ροκ ή ακόμα και μέταλ μπάντες (με καλύτερους πρεσβευτές τους συγκλονιστικούς Saviour Machine σε ό,τι αφορά τον σκληρό ήχο) με στίχο κυρίως θρησκευτικό και χριστιανικό.

Οι Wovenhand είναι ομοίως ένα σχήμα που ανήκει στον χώρο της σκληρής μουσικής και του οποίου η στιχουργική θεματολογία στηρίζεται στην Βίβλο, δείχνοντας αυτήν την «εμμονική» προσήλωση που έχουν οι προτεστάντες στο γράμμα της Αγίας Γραφής. Το ακριβές είδος μουσικής όμως το οποίο πρεσβεύουν είναι δύσκολο να περιγραφεί ακριβώς ή μάλλον είναι τόσο πολυεπίπεδο που πρέπει να αναφερθούμε σε μια μουσική ριζωμένη στι αμερικανικό country που περνάει από το neofolk, το alternative country, το post-rock, το punk, το gothic, ακόμη και την μουσική των ιθαγενών της Αμερικής, για να καταλήξει σε ένα βαρύ και ογκώδες ροκ. Ο πιο πετυχημένος όρος που καλύπτει ίσως τις περισσότερες από αυτές τις ταμπέλες είναι το Dark Americana.

Οι Wovenhand αποτελούν ουσιαστικά το προσωπικό project της cult εμβληματικής φιγούρας ονόματι David Eugene Edwards (DEE) ο οποίος συχνά θεωρείται μια πιο πνευματική εκδοχή του Nick Cave (αν και τέτοιες συγκρίσεις αδικούν συνηθως αμφότερες πλευρές καλλιτεχνικά). Γεννημένος στο Englewood του Colorado, ο DEE επηρεάστηκε από τον παππού του ο οποίος ήταν ενεργό μέλος στην μεθοδιστικού προσανατολισμού «Εκκλησία του Ναζωραίου» με αποτέλεσμα να διαμορφώσει έναν ιδιαίτερο θρησκευτικό ζήλο ο οποίος, όπως κι ο ίδιος έχει δηλώσει, εκφράζεται με τρόπο επιθετικό γιατί και τον λόγο του θεού τον αντιλαμβάνεται με τρόπο δυναμικό και ορμητικό.

Το πρώτο συγκρότημα με το οποίο ο DEE έγινε ευρύτερα γνωστός ήταν οι 16 Horsepower, τραγούδια των οποίων έγιναν γνωστά και στην Ελλάδα χάριν σε κάποια τηλεοπτική σειρά. Τα alternative country στοιχεία της μπάντας ήταν ιδιαίτερα κυρίαρχα αλλά και ο ατμοσφαιρικός χαρακτήρας ήταν εξίσου έντονος. Μετά την διάλυση αυτού του σχήματος δημιουργήθηκαν οι Wovenhand οι οποίοι κυκλοφόρησαν τον πρώτο ομώνυμο δίσκο το 2002. Από τότε η μπάντα κυκλοφόρησε 8 στουντιακά άλμπουμς με ορόσημα, κατά την γνώμη μου, το μυσταγωγικό Mosaic (2006) και το ορμητικό Refractory Obdurate (2014) το οποίο φλερτάρει με το metal. Σε κάθε περίπτωση, είναι αδύνατον να αντιληφθεί κάποιος το εύρος των ειδών που έχουν υιοθετήσει διαχρονικά οι Wovenhand ακούγοντας μονάχα ένα συγκεκριμένο άλμπουμ.

Ο τελευταίος δίσκος του συγκροτήματος, το Star Treatment (2016) συνεχίζει τον δυναμικό ήχο του προηγούμενου δίσκου του 2014 έχοντας όμως περισσότερο post και industrial στοιχεία και έχοντας ακόμη πιο σκοτεινή διάθεση (που ίσως αντικατοπτρίζει τις κατευθύνσεις που έχει πάρει η πνευματική αναζήτηση του DEE). Παράλληλα με, και με αφορμή, την κυκλοφορία του τελευταίου δίσκου, η μπάντα έχει βγει και πάλι σε παγκόσμια περιοδεία.

Το live των Wovenhand, πέρα από μια πραγματικά έντονη καλλιτεχνική εμπειρία (ο γράφων τους έχει παρακολουθήσει ζωντανά τέσσερεις φορές) αποτελεί για τον DEE ουσιώδες στοιχείο της όλης φιλοσοφίας της μπάντας: όντας διαρκώς καθ΄οδόν τα μέλη βιώνουν το αίσθημα του απάτριδος, αυτού που δεν έχει σπίτι στον κόσμο αυτό αλλά ενθυμάται ότι ο τόπος του είναι ο ουρανός, βάσει ενός επαναλαμβάνομενου χριστιανικού μοτίβου όπως αυτό που βρίσκεται στην Προς Εβραίους επιστολή (13: 14) «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν».