ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ
Ἐν ἄρματι ποὺ σύρουν οἱ ἀργοπόροι, καὶ ἐν θρόνῳ τευχθέντα ἀπὸ κέλυφος χελώνης, ἡ Προσμονὴ ἦγε ἀπὸ τοὺς ἀπέραντους λειμῶνες τοῦ Χρόνου στ’ἀνάκτορο τῆς Εὐκαιρίας.
Προεχώρει μὲ μεγαλοπρεπὴ βραδύτητα, ὡσὰν δημιουργία τῆς Ὡριμότητος, δίχως νὰ σπεύδῃ ποτέ, μήτε νὰ παθιάζεται. Έξηπλωμένη σὲ δύο μαξιλλάρια ποὺ τὴν ἐδώρισε ἡ Νύξ, τὶς σιωπηλὲς Σίβυλλες, ἀπὸ τὴν κρείσσονα συμβουλὴ στὴν μεγαλύτερη ἠρεμία. Ὄψις σεβάσμιος ποὺ εὐνοοῦν οἱ πολλὲς της ἡμέρες· μέτωπο γαληνὸ κι εὐρὺ μὲ διευρύνσεις ἀπ’τὴν δυστυχία· ταπεινὰ ὄμματα ἀνάμεσα σὲ κρύσταλλα ἀποκρύψεως· ἡ μύτη μεγάλη, συνετὴ ἀνακούφισις στὶς ἐξάψεις τοῦ θυμοῦ καὶ τὸ πύρωμα τῆς λαγνείας· τὸ στόμα μικρὸ καὶ τὰ χείλη ἀπ’ἐκλεκτὸν ὕαλο, π’οὐδὲν ἴχνος συσσωρευμένου συναισθήματος ἐπιτρέπουν νὰ ἐκφύγῃ, καθὼς οὐδεὶς θ’ἀνακαλύψῃ τὴν ἀπουσία τῆς ῥοῆς τ’ἀέρος· τὸ στῆθος διεσταλμένο, ὅπου ὡριμάζουν κι ἀκόμη σαπίζουν τὰ μυστικά π’ἀποτυγχάνουν συνήθως ν’ἀποβληθοῦν· ἱκανὸ στομάχι καμωμένο γιὰ μεγάλα φαγοπότια τῆς τύχης, τόσο μεγάλη γαστέρα π’ὅλα τὰ χωνεύει· ὑπέρ ὅλα, μία καρδία θαλάσσης στὴν ὁποία ταιριάζουν οἱ λεωφόροι τῶν παθῶν κι ὅπου περιέχονται μανικὲς θύελλες, χωρὶς νὰ δίδη παφλασμούς, χωρὶς νὰ σπᾷ κύματα, χωρὶς νὰ ρίχνῃ ἀφρούς, χωρὶς νὰ ὑπερβαίνῃ σπιθαμὴ τὰ ὅρια τοῦ λόγου. Στὸ τέλος, ὅλη αὐτή, ὅπως καὶ νἄχη, μεγάλη: μεγάλη ὕπαρξις, μέγα θεμέλιο, καὶ μεγάλη ἱκανότης.
Τὸ ἔνδυμά της δὲν ἦταν τόσο μεγαλοπρεπές, ὅσο ἀξιοπρεπές∙ πλειὸ εὐγενὲς ὅσο πλειὸ χρηστό, ὅπως τὸ καρύκευε ἡ Εὐπρέπεια. Ἔχει ὡς χρῶμα του ἐκεῖνο τῆς Ἐλπίδος, κι ἐπιδρᾷ στὶς στολές της ἂν δὲν ἔχη νὰ κάμῃ χρεία ἄλλου, καὶ μεταξὺ ὅλων ἀπεχθάνεται τὸ κόκκινο, ἐπειδὴ ξυπνᾷ τὸ μῖσος καὶ κατόπιν τὴν ἀμηχανία. Περιέβαλλε τοὺς κροτάφους της ὡς νικήτρια καὶ ὡς βασίλισσα (ὅποιος ξεύρῃ ν’ἀποκρύπτεται, ξεύρει νὰ βασιλεύῃ) μ’ἕναν κλῶνο φρονίμου ἠθικῆς.
Ἡ Σύνεσις ὡδήγει τὸ σοβαρό ὀψίκιο τῆς Προσμονῆς. Σχεδὸν ὅλοι ἦσαν ἄνδρες καὶ πολὺ σπάνια γυναῖκες. Ὅλοι ἔφεραν βακτηρία ὅπως οἱ πρεσβύτεροι κι οἱ προσκυνητές. Ἄλλοι ἀξίωναν στὰ σκήπτρα, τὰ βάκτρα, τὰ ραβδιὰ κι ἀκόμη στὶς τιάρες, ὅτι ἦσαν ἄνθρωποι τῆς διακυβερνήσεως. Οἱ Ἰταλοὶ κατείχαν τὴν πρώτη θέση, οὐχὶ τόσο ἐπειδὴ ὑπήρξαν κύριοι τοῦ κόσμου ὅσο ἐπειδὴ ἐγνώριζαν πῶς νἆναι. Πολλοί Ἱσπανοί, ὀλίγοι Γάλλοι· κάποιοι Γερμανοὶ καὶ Πολωνοὶ ποὺ ἱκανοποιούσαν τὴν ἔκπληξη ὅτι δὲν ἦλθαν ὅλοι ἐκεῖ μὲ τὴν σοφὴ πολιτική ν’ἀποδώσουν αὐτὴ τὴν συγκρατημένη κοινὴ σιωπὴ πλειότερο στὸ ψυχρὸ αἴσθημα παρὰ στὸ βαρύθυμο πνεῦμα τῶν συμπατριωτῶν των· ὑπήρχε ἕνα μεγάλο κενὸ ποὺ λέγεται ὅτι κάποτε ἐπλήρουτο ἀπὸ τὸ συνετὸ ἀγγλικὸ ἔθνος, ὅμως ἀπὸ τὸν Ἑρρίκο τὸν ὄγδοο, ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὸν θρίαμβο τῆς Λογικῆς καὶ τῆς Πληρότητος. Διεκρίνοντο οἱ Κινέζοι πολιτικοὶ ἀπὸ τὴν καινοφανὴ των μορφὴ καὶ τὰ ἐνδύματά των.
Πλησιέστερα στὸ θριαμβικό της ἄρμα κάποιοι μεγάλοι ἄνδρες ποὺ τὰ στεφανωμένα ἐνδύματα σήμαιναν τὴν φήμη των κι ἡ θέσις αὐτῶν πλησίον αὐτῆς ἐμαρτύρει τὴν ἐκτίμησίν της. Ἐκεῖ ἐνεφαίνετο μεταξὺ ἄλλων ὁ μέγας Φάβιος, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν συνετή βραδύτητά του ἐσταμάτησε τὸν πλειὸ σβέλτο πολεμικὸ κεραυνὸ πὦχε ἡ Καρχηδὼν καὶ ἀποκατέστη ἡ τιμὴ τῆς ρωμαϊκῆς Πολιτείας[1]. Πλησίον της, εἶχε ἐπιθεωρήσει τὸ σκήπτρο τῶν Γάλλων ἀναλώνοντας τοὺς πολυαρίθμους οἰκοδεσπότες των μὲ τὴν καθυστέρηση καὶ τελειώνοντας με τὴν ὑπομονὴ τὸν βίο του Φιλίππου[2]. Ὁ Μέγας Κατεπάνω γνωστός γιὰ τὴν ἐταιρεία ποὺ πῆρε τὴν Μπαρλέτα[3]: ἐκεῖνος ποὺ μὲ πολλήν ἰδιοφυΐα ἐδίδαξε πῶς νἄχεις κρίσι καὶ νὰ τὴν ἀξίζῃς ὅσο ἕνα βασίλειο, κτηθὲν μὲ σύνεσιν κ’οὐχὶ μὲ τόλμη. Ἐμπροσθέν των, οἰ μεγαλόψυχοι Ἀραγωνέζοι σφυρηλατῶντας σ’ἀργὴ πυρὰ ἀπὸ τὶς ἀλύσους τῆς φυλακῆς ἕνα στέμμα[4]. Εἶχαν πολλοὺς φιλοσόφους καὶ σοφούς, καθηγητές τοῦ παραδείγματος καὶ διδάσκοντες τῆς ἐμπειρίας.
Ἐκυβέρνα ὁ Χρόνος τὴν ἐπίσημον πομπή, καὶ τὸ καλύτερο ἦταν ὅτι αὐτὸς ἦγε τρακλίζοντας μὲ τὶς βακτηρίες. Ἡ Ἐποχὴ ἐσφάλιζε τὴν ὀπισθοφυλακή, συνοδευομένη ἀπὸ τὴν Συμβουλή, τὴν Σκέψιν, τὴν Ὡριμότητα καὶ τὴν Διάνοια. Ἦταν πολὺ ἀργὰ ὅταν μία φάλαγξ μανικῶν τεράτων ἤρχισε ζωηρὰ νὰ συνεγείρῃ, ὅλα παθιασμένα, ἡ ἀδιάκριτος Ἀποφασιστικότης, ἡ ἄφρων Ἐπιτάχυνσις, ἡ ἐπίμονος Εὐκολία, κι ἡ χυδαία Σύγχισις. Ἡ Ἀπερισκεψία, ἡ Βιασύνη καὶ τὸ Ἄγχος· ὅλος ὁ λαὸς τῆς Ἀλογισίας.
Ἡ Προσμονὴ ἠσθάνθη τὸν μεγάλο κίνδυνο, καθὼς δὲν κατέχει ἀμυντικὰ ὄπλα, χήρα μπαρούτης (οἱ προμήθειες π’ἀπαγορεύει στὴν πολιτοφυλακή της), καθὼς ἔχει μεταρρυθμίσει τὴν ὁρμή της κι ἀφοπλίσει τὴν Μανία.
Διέταξε λοιπὸν τὴν Καθυστέρησι νὰ σταματήσῃ, καὶ στὴν Ἀπόκρυψι νὰ τοὺς ψυχαγωγήσῃ, ὅσο διεβουλεύετο τὶ νὰ πράξῃ. Ἡ διαβούλευσις ἦταν μακρά, πολύ ἱσπανική, ἀλλὰ ἐν τέλει κατέληξε σ’ἐπιτυχία.
Ὁ σοφός Βίας[5], αὐτὸς ὁ ἄνδρας, ἄξιος τῆς αὐτῆς μεγάλης κυράς, εἶπε νὰ μιμηθῆ τὸν Δία, ποὺ δὲν θἆχε κεραυνὸ ἂν δὲν ἐγνώριζε νὰ χρονοτριβῇ. Ὁ Λουδοβίκος ὁ ἐνδέκατος[6] βασιλεὺς τῆς Γαλλίας ἐψήφισε ὑπέρ τῆς ἀποκρύψεως καθὼς δὲν εἶχε διδάξει τὸν διάδοχό του πολλὴ γραμματικὴ οὔτε πολιτική. Ὁ Δὸν Χουάν ὁ δεύτερος βασιλεὺς τῆς Ἀραγώνος[7] (ποὺ ἦταν ἀνάμεσα στὰ ἔθνη τῆς Προσμονῆς καὶ τῆς Συνέσεως) ἔλεγε ὅτι ἡ ἱσπανική βραδύτης ἦταν πλειὸ ἐπιτυχημένη ἀπὸ τὴν γαλλικὴ ζωηρότητα. Ὁ μέγας Αὔγουστος ἔστεφε τὴν ψήφο καὶ τὰ κατορθώματά του μὲ τὸ «σπεῦδε βραδέως»[8]. Ὁ Δοὺξ τῆς Ἄλμπα δὲν ἔκαμε ἄλλο ἐξὸν νὰ ἐπαναλαμβάνῃ τὸν συλλογισμό του κατὰ τὴν σκοτεινὴ ἐκστρατεία τῆς Λισσαβώνος[9].
Ἀς τὰ ποῦμε σύντομα. Ὁ Καθολικὸς βασιλεὺς κὺρ Φερδινάνδος ἀνέβαλλε πλειότερο, ὡς άρχὴ τῆς πολιτικῆς (καὶ μάκρυνε την προσμονή). «Ἂν κανεὶς εἶναι κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του μπορεῖ νἆναι καὶ τῶν ἄλλων. Ἡ καθυστέρησις ὡριμάζει τὶς δεξιότητες καὶ τὰ μυστικά, ὅταν ἡ ἐπιτάχυνσι πάντοτε συλλαμβάνει ἐξαμβλωμένους ὑγιοὺς χωρίς αἰωνία ζωή. Πρέπει νὰ σκεπτώμεθα μ’ἄνεσιν καὶ νὰ ἐνεργῶμε μ’ἐτοιμότητα· οὔτε ἡ συνέπεια ἐξασφαλίζεται ὅταν δὲν γεννᾶται ἀπὸ τὴν ἄργητα: ὅσο πλειὸ γρήγορα δραττόμεθα τῶν πραγμάτων μᾶς γλιστροῦν ἀπὸ τὰ χέρια· καὶ ὁ θόρυβος τῆς πτώσεως εἶναι ἔνδειξις ὅτι ἀρπάξαμε κάτι. Ἡ Προσμονὴ εἶναι προϊόν μεγάλης καρδιᾶς καὶ γόνιμος γιὰ κατορθώματα. Οἱ ἄνθρωποι μὲ μικρὰ καρδία δὲν εἶναι ἱκανοὶ μήτε γιὰ τὸν χρόνο μήτε γιὰ τὸ μυστικό». Καὶ ἔκλεισε μὲ τὸ καταλανικό ρητό: «ὁ Θεὸς δὲν κτυπᾷ μὲ τὴν ράβδο ἀλλὰ μὲ καρυκεύματα»[10]
Ἀλλὰ ὁ μέγας θριαμβευτὴς τῶν βασιλέων, Κάρολος ὁ πέμπτος[11], ὁ ὁποῖος στὴν Γερμανία κατενίκησε τὰ ἴδια βάσανα, τὰ σκληρὰ καὶ τὰ σοβαρά, πλειότερο μὲ προσμονὴ παρὰ μὲ λαό, τὴν συνεβούλευσε, ὅτι ἂν θέλῃ νὰ νικήσῃ, νὰ πολεμήσῃ μὲ τὸν τρόπο της: ἤτοι, νὰ ἐπιχειρήσῃ μὲ τὴν βακτηρία τοῦ Χρόνου, πλειὸ ἀποδοτικὴ ἀπὸ τὸ χαλύβδινο ῥόπαλον τοῦ Ἡρακλέους. Τὴν ἐκτέλεσε μὲ τόση χαρά, ποὺ μποροῦσε στὸ τέλος νὰ ἐμποδίσῃ τὴν ὁρμὴ καὶ νὰ σταματήσῃ τὴν ὑπεροψία οἱ ὁποῖες ἦσαν πλειὸ ὁρμητικὲς κι ἀπὸ κολασμένες, καὶ νὰ βγῇ νικήτρια, ἐπαναλαμβάνοντας: «ἐγὼ εἰμὶ ὁ χρόνος, καὶ γιὰ τοὺς δύο».
Σ’αὐτὸ τὸ συμβούλιο ἡ Κρίσις προσεμέτρησε τὴν Ψευδαίσθησι σὰν νὰ εἶναι παρούσα.
[απόδοση: Γ.Α.Σιβρίδης]
[1] Quintus Fabius Maximus Verrucosus (c.280 BC – 203 π.Χ.), δικτάτωρ της ρωμαϊκής πολιτείας γνωστός για την νίκη του επί του Αννίβα αποφεύγοντας να δώσει μάχη, στρατηγική που έμεινε γνωστή ως «φαβιανή»
[2] Αναφέρεται στον ίδιο τρόπο με τον οποίο ο Pero lo Gran της Αραγώνος απεμάκρυνε την εισβολή του Philippe III του Τολμηρού στην Καταλωνία στο πλαίσιο της «σταυροφορίας της Αραγώνος» (1285)
[3] Gonzalo Fernández de Córdoba, El Gran Capitan (1453 –1515) βρέθηκε πολιορκημένος από τους Γάλλους, κατά τον πρώτο ιταλικό πόλεμο στην πόλη της Barleta (1502-3), όπου αρνήθηκε να δώσει μάχη προς δυσαρέσκεια των στρατιωτών του. Προτίμησε να στείλει αραγωνέζους αντάρτες να κόψουν τις επικοινωνίες των Γἀλλων όσο αυτός ψυχαγωγούσε τους στρατιώτες του με μονομαχίες μεταξύ Ιταλών ιπποτών και Γάλλων αιχμαλώτων
[4] Alfonso V el Magnánimo (1396-1458) της Αραγώνος, συνελήφθη από τον δούκα του Μιλάνου Filippo Maria Visconti το 1435 αλλά τον έπεισε να τον απελευθερώσει λέγοντάς του ότι δεν ήταν προς το συμφέρον του Μιλάνου να εμποδίσει την νίκη της Αραγώνος στην Νάπολη.
[5] Βίας ο Πριηνεύς
[6] Louis XI, ο Συνετός (1423-1483) βασιλεύς της Γαλλίας (1461-1483)
[7] Chuan II της Αραγώνος (1398-1479) βασιλεύς Ναβάρρας (1425-1479), της Σικελίας (1458-1468) της Αραγώνας, της Μαγιόρκας, της Βαλένθια και της Σαρδηνίας (1458-1479). Κατά την καταλωνική εξέγερση άφησε τον Λουδοβίκο τον ΙΑ’ της Γαλλίας να ασχολήθή για να πάρει ο ίδιος την αρχή ξανά στην Βαλένθια.
[8] festina lente
[9] Fernando Álvarez de Toledo y Pimentel (1507–1582) γνωστός ως μέγας δούξ της Άλμπα και ως σιδηρούς δούξ στις Κάτω Χώρες. Ο συγγραφεύς αναφέρεται στην εκστρατεία στην Πορτογαλία όπου ο Ισπανός μονάρχης τον έκανε και αντιβασιλέα.
[10] Deu no pega de bastó, sino de saó
[11] Carlos I βασιλεύς της Ισπανίας και V ως αυτοκράτωρ της αγίας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας της Γερμανίας.