Paul Verlaine: Ατονία

Εἶμ’ ἡ αὐτοκρατορία παρά     τῆς παρακμῆς τὸ τέλος,
ποὺ βλέπει τοὺς ψηλοὺς λευκούς   Βαρβάρους ὅπως διέρχονται
καθὼς συνθέτω ἀκροστιχίδες δίχως νεῦρο
σὲ χρυσοῦν ὕφος ὅπου ἡ ἀτονία τοῦ ἡλίου ὀρχέεται.

Ἄχος ἀνίας ἱκάνει τὴν καρδιά   ψυχῆς μονήρους.
Ἦλθ’ ἡ φήμη ὅτι κατὰ κεῖ    διαρκοῦν κάθαιμες μάχες.
Ὦ νὰ μὴν δύνασαι, ἄναλκις   ὢν γιὰ σχολαίους ὅρκους,
ὦ νὰ μὴν βούλεσαι   νὰ θάλῃ ὀλίγον τι   τὸδε εἶναι.

Ὦ νὰ μὴν βούλεσαι, μὴν δύνασαι       ὀλίγον τι νἀποθάνῃς!
Τὰ πάντα ἐπόθησαν!    Σ’ ἐσβήσθη Βαθύλλε τὸ γέλιο;
Τὰ πάντα ἐπόθησαν, ἐφάγησαν ὅλα! Νὰ λεχθῇ τὶ ἄλλο;

Μόνον, κάποιο ποίημα ὀλίγον τι μωρό,      ποὺ στὸ πῦρ ἀποβάλλεις,
μόνον, κάποιος δοῦλος ὀλίγον τι κλοπεύς,     ποὺ καὶ μᾶς ἀμελεῖ,
μόνον, κάποια ἀνία ἀφανής ποὺ μᾶς καταπονεῖ.

 

(Langueur, απόδοση: Γ.Α. Σιβρίδης)

 

παρά: κατά, κοντά

ἀκροστιχίδες: είδος στιχουργήματος

ὀρχέεται: χορεύει

ἄχος: ἄλγος

ἱκάνει: καταβάλλει

κάθαιμες: αἱματοσταγείς

ἄναλκις: ἀπτόλεμος, χωρίς σθένος

σχολαίους: ἀργούς, σχολαστικούς

τόδε: τοῦτο δῶ

μωρό: ἀνόητο, ἁπλοϊκό