Alfred Tennyson, Lord Tennyson: Η επέλασις της Ελαφράς Ταξιαρχίας [1855]

                I.

Μισὴ λεύγα, μισὴ λεύγα,
ἡμισεία λεύγα ἐμπρός,
στὴν κοιλάδα τοῦ Θανάτου
    ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι.
«Ἐμπρός, Ἐλαφρὰ Ταξιαρχία!
ἔφοδος ἐπὶ τὰ πυροβόλα!» εἶπε.
Στὴν κοιλάδα τοῦ Θανάτου
    ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι.

                II.

«Ἐμπρός, Ἐλαφρὰ Ταξιαρχία!»
ἦταν τῶν ἀνδρῶν τίς ποὺ ἐπτοήθῃ;
Ὄχι κἂν ὁ στρατιώτης ἤξευρε
    πὼς κάποιος εἶχε σφάλει.
    Οἱ δικοί των δὲν ἀντιλέγουν,
    οἱ δικοί των δὲν λογίζουν τί,
    ἀλλὰ πράττουν καὶ πεθαίνουν.
    Στὴν κοιλάδα τοῦ Θανάτου
    ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι.

                III.

Πυροβόλο ἐκ δεξιᾶς αὐτῶν,
πυροβόλο ἐξ ἀριστερᾶς αὐτῶν,
πυροβόλο πρὸ αὐτῶν,
    σὲ νιφάδα ἄστραψαν·
ἐφώρμησαν μὲ βολὲς καὶ γρανάτες,
ἵππευσαν ἀνδρείως καὶ ἐξερρύησαν,
στὶς σιαγόνες τοῦ Θανάτου,
στὸ στόμα τοῦ ᾅδου
    ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι.

                IV.

Ἄστραψαν οἱ σπάθες αὐτῶν γυμνές,
ἄστραψαν ὅπως ἐστράφησαν στον ἀέρα
καὶ ἐσπάθιζαν τοὺς πυροβολητές,
καὶ ἐπέδραμαν σὲ ἕναν στρατό, ὅταν
    ἅπας ὁ κόσμος θαύμασε.
Βυθισμένοι στὸν καπνό των ὄπλων
εὐθεία στὴν γραμμὴ εἰσέπεσαν·
Κοζάκος καὶ Ρῶσος
ἔκλιναν στῆς σπάθης το πλῆγμα
    διάσπαρτοι καὶ σποράδες.
Κατόπιν ἵππευσαν πίσω πάλιν ἀλλ’ ὄχι,
    ὄχι οἱ ἑξακόσιοι.

                V.

Πυροβόλο ἐκ δεξιᾶς αὐτῶν,
πυροβόλο ἐξ ἀριστερᾶς αὐτῶν,
πυροβόλο πίσωθε αὐτῶν,
    σὲ νιφάδα ἄστραψαν·
ἐφώρμησαν μὲ βολὲς καὶ γρανάτες.
Ὅταν ἔπεσαν φαρὶ καὶ ἥρως,
αὐτοὶ ποὺ εἶχαν καλῶς ἀγωνισθῇ
ἦλθαν διὰ τῶν σιαγόνων του Θανάτου
πίσω πάλιν ἀπ’ τοῦ στόματος τοῦ ᾅδου
ὅ τι ἔμεινε αυτῶν
    ἔμεινε τῶν ἑξακοσίων.

                VI.

Πότε τὸ κλέος αὐτῶν θὰ φθίνῃ;
Ὦ τὶ δρυμεία ἐπέλασι ἔκαμαν!
    Ἅπας ὁ κόσμος θαύμασε.
Τιμήσατε τὴν ἐπέλασι ποὺ ἔκαμαν!
Τιμήσατε τὴν Ἐλαφρὰν Ταξιαρχία,
    τοὺς εὐγενεὶς ἑξακοσίους!

 

[The Charge of the Light Brigade, απόδοση: Γ.Α. Σιβρίδης]