Ο σύγχρονος μύθος της δημοκρατίας και η λήθη της θεμελιώδους αντίθεσης (φυλετικής) δημοκρατίας και (φιλελεύθερου) δεσποτισμού.

Τελευταία παρατηρούμε μία δυσφορία ως προς τα αποτελέσματα εκλογικών αναμετρήσεων από ανθρώπους οι οποίοι πιστεύουν στην δημοκρατία αν δεν θεωρούν κιόλας τους εαυτούς τους μόνους συνηγόρους της. Φτάνουν μάλιστα αυτοί, οι προπαγανδιστές κάθε χειραφέτησης να μιλούν για αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί τους. Όμως δεν είναι καινούργιο αυτό: έχουμε γνωρίσει παλαίτερον υπερασπιστές κάποιας «πραγματικής» δημοκρατίας να θεωρούν ότι ο λαός αλλοτριώνεται από την καπιταλιστική διαδικασία και δεν ψηφίζει σωστά. Ή άλλους που ενώ μιλούν για βιολογικό προγραμματισμό «της» φυλής απογοητεύονται που «η» φυλή δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Μάλιστα αυτοί οι τελευταίοι ενώ βασίζονται στο ότι υπάρχει μία ομοιογενής συλλογικότητα υπερθεματίζουν υπέρ ενός χαρισματικού ηγέτη, όταν ο μονάρχης υπήρχε ακριβώς για να ενώνει ανομοιογενείς κοινωνίες και έδινε μάλιστα και προνόμια χαλώντας οποιαδήποτε έννοια κοινωνικής ομοιογενείας. Βλέπουμε λοιπόν ότι κάθε ιδεολογία που εμφανίστηκε μετά την χειραφέτηση του ανθρώπου από τον Θεό θεωρεί ότι εκφράζει καλύτερα την δημοκρατία από τους υπολοίπους αλλά όταν δεν εισακούεται από τον λαό, εντοπίζει «πρόβλημα δημοκρατίας», λες και όρισε κάποιος την δημοκρατία ως τον επί γης παράδεισο, λες και είναι μεταφυσική έννοια και όχι πολιτική. Η αλήθεια είναι ότι η δημοκρατία είναι η χαμένη Εδέμ της πολιτικής πράξης: είναι εκεί που ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος από εξαρτήσεις αλλά ταυτόχρονα δεμένος με μία συλλογικότητα της οποίας γνωρίζει το συμφέρον. Το εν-πολλαπλό! Αν είναι λοιπόν να μιλήσουμε με θεολογικούς όρους, κάποτε συνέβη ένα ας πούμε προπατορικό αμάρτημα όπου αυτή η δημοκρατία εξέπεσε όταν κάποιο μέλος της αποφάσισε να μεγαλώσει την κοινότητα: η ανεξαρτησία του, έδειξε στον ίδιο έναν σκοπό πέραν από την κοινότητα του, όπως ένα τέκνο πηγαίνει να ζευγαρώσει εκτός της οικογενείας του. Το γεγονός ότι επιλέγει ο ίδιος και δεν νοικιάζει κάποια από την φυλή είναι ακριβώς η θραύση της υφισταμένης συλλογικότητας και η ανάδειξη της ατομικότητάς του.

1. Η συμμορία ως ιδεατή δημοκρατία

Αν θεωρήσουμε ότι η πιο ιδεατή στιγμή της δημοκρατίας είναι η ομοψυχία, η στιγμή που η γενική βούληση δεν είναι μεταφορά αλλά πραγματικότης ως έκφραση της κάθε μεμονωμένης ατομικότητας που τρέπει την συλλογικότητα σε άτομο, τότε η ιδεατή δημοκρατία είναι η συμμορία. Αν έρθουν αντιμέτωπες δυο ομάδες hooligans, για παράδειγμα, δεν χρειάζεται ένας δεσπότης για να επιβάλει έναν σκοπό στην ομάδα: όλοι θέλουν να δείρουν τους άλλους, είναι ο σκοπός για τον οποίο σχηματίζεται η ομάδα. Ιστορικά μπορούμε να το παρατηρήσουμε αυτό στις φράξιες, γειτονιές, οικογένειες των πόλεων της μεσαιωνικής Ιταλίας που όμως λειτουργούσαν μέσα σε μία πόλη πολλές φορές για συμφέροντα εκτός πόλεως (αντιμαχία Γουέλφων και Γιβελίνων) ή που τελικά οδήγησαν την μεσαιωνική commune σε signoria υπό την αρχή ενός κύριου ή μιας οικογένειας.

2. Φυλετική δημοκρατία vs φιλελεύθερου δεσποτισμού

Τα σύγχρονα κράτη θέλουν να πείσουν ότι ελκύουν την καταγωγή τους από την δημοκρατία, μάλιστα στηρίζουν την ύπαρξή τους στην νίκη της δημοκρατίας επί του ανατολικού δεσποτισμού ως ένα είδος μάλιστα εξέλιξης την ίδια στιγμή που νοσταλγούν την δημοκρατία ως χαμένη Εδέμ. Αν πάμε στην αυγή του πολιτισμού θα δούμε δύο τρόπους κοινωνικής οργάνωσης: τον φυλετικό (tribal) δημοκρατικό τρόπο των νομαδικών κυρίως φυλών που είναι κατεξοχήν πολεμοχαρείς και το κράτος υπό ένα δεσπότη και ιεραρχική δομή στις αγροτικές παραποτάμιες κοινωνίες (σε Νείλο, Μεσοποταμία, Ινδό ποταμό, Κίτρινο ποταμό) όπου έχουμε μεγάλα έργα, αστικά κέντρα και ακροπόλεις. Ουσιαστικά η δεύτερη οργάνωση είναι αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό ―αποτελεί την ίδια την εξέλιξη. Το μοντέλο που παρατηρούμε είναι ότι οι φυλές ζηλεύουν τις κοιλάδες των ποταμών, επιτρέχουν, ζωοδοτούν μεν την δεύτερη της οποίας τα μέλη απορροφημένα από την ευζωία του πολιτισμού γίνονται μαλθακά, εγκαταλείπουν δε την δημοκρατία προς χάριν του οργανωμένου κράτους και του πολιτισμού που βρίσκουν εκεί. Σε αυτήν την μεταβολή απαραίτητος παράγων είναι κάποιο πρόσωπο που επιλέγοντας την δεύτερη δομή, χειραφετείται ο ίδιος ως απόλυτος μονάρχης έναντι της δημοκρατικής δομής της φυλής του. Ας παρουσιάσουμε όμως τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της φυλετικής, πολεμοχαρούς δημοκρατίας.

Η φυλετική δημοκρατία φτάνει μέχρι την εποχή της σύγχρονης δημοκρατίας σε περιπτώσεις πολεμικών ομάδων όπως ήταν οι Ζεϊμπέκηδες. Ήδη από τον 6ο μ.Χ. αιώνα ο Προκόπιος περιγράφοντας τους Σλάβους (Σκλαβήνους και Άντες) αντιπαραβάλοντας την μοναρχία του ρωμαϊκού κράτους αναφέρει ότι συναποφασίζουν και διαβιούν εν δημοκρατίᾳ, μία μορφή πολιτεύματος που ίδιος γνωρίζει από τις αρχαίες πολιτείες και τις ομάδες του ιπποδρόμου. Όλες οι βαρβαρικές φυλές της εποχής του έχουν ένα τέτοιου είδους πολίτευμα για αυτό και η φεουδαρχία: ο φύλαρχος που γίνεται βασιλεύς είναι πρώτος μεταξύ ίσων. Όταν αποφάσιζε ένας Φράγκος ή Άγγλος βασιλεύς μια εκστρατεία δεν ήταν υποχρεωμένοι οι φεουδάρχες να τον ακολουθήσουν. Ας θυμηθούμε τον λόγο του Ερρίκου Ε’ του Shakespeare. Στα τρωικά έπη πρέπει να εφευρεθή ο όρκος που δίδεται πάνω στην διεκδίκηση της Ωραίας Ελένης για ακολουθήσουν οι βασιλείς (ήτοι οι Μυκηναίοι φεουδάρχες) τον άνακτα στην εκστρατεία. Το πρότυπο αυτών των δημοκρατιών θα το βρούμε στους Ινδιάνους: οι μελέτες του ανθρωπολόγου Pierre Clastres [La société contre l’État (1974), Archéologie de la violence: la guerre dans les sociétés primitives (1977)] δεικνύουν ότι το πρωταρχικό γεγονός στις πρωτόγονες φυλές είναι ο πόλεμος ο οποίος και βρίσκεται πριν την ανταλλαγή, καθώς εξασφάλιζε την ανεξαρτησία της φυλής∙ οι ανταλλαγές γίνονταν με τις φίλιες φυλές. Πολλές φυλές μαζί προτίμαγαν έτσι από την ένωση την συνομοσπονδία όπως ήταν το συμβούλιο των Ιρόκουα. Αυτός ο κατακερματισμός είναι τυπικός και της δομής μες στην φυλή: κάθε πολεμιστής-μέλος της φυλής ήταν ελεύθερος καθώς το brand-name της φυλής ήταν τα σημάδια πάνω στο δέρμα από την τελετή ενηλικίωσης στην οποία δοκιμαζόταν κάθε μέλος για να εισαχθή επισήμως στην φυλή. Άλλωστε, ας προσθέσουμε, η ινδοευρωπαϊκή ρίζα της λέξης liber-ελεύθερος σημαίνει «εκείνος που ανήκει στην φυλή». Ο φύλαρχος είχε χρέη magistrate-ειρηνοδίκου, όπως ο podestà της ιταλικής commune, όχι όμως για να αποδίδει δικαιοσύνη αλλά να φέρνει σε διαπραγμάτευση τα μέλη μιας διένεξης.  Ουσιαστικά δεν είχε καμία εξουσία ούτε καν να αποφασίσει για πόλεμο. Οι Απάτσι μπορεί να μαζεύτηκαν για να εκδικηθούν τον φόνο της οικογένειας του Τζερόνιμο από την μεξικανική φρουρά αλλά όταν η εκδίκηση εξετίθη δεν τον ακολούθησαν στην συνέχιση του πολέμου όπως ήθελε ο Τζερόνιμο (είναι, ας πούμε, σαν ο Αγαμέμνων να θέλει να συνεχίσει το πόλεμο εναντίον των Χετταίων). Ο πρωτόγονος νόμος ήταν αυστηρός στο να περιορίζει όποιον χαρισματικό επέλεγε η φυλή ως αρχηγό και ήταν αυτός ο νόμος που την συντηρούσε. Όταν βλέπουμε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών, αυτός γίνεται από θρησκευτικούς αρχηγούς, τους σαμάνους, όχι πολιτικούς. Ας θυμηθούμε ότι οι αραβικές φυλές δεν ενώθηκαν παρά μόνο υπό έναν θρησκευτικό αρχηγό ο οποίος τους παρέδωσε και νόμο. Για να το πούμε αλλιώς κάθε αρχηγός για να βρεθή πιο πάνω από τους  υπολοίπους ώστε να τον υπακούν πρέπει να ενδυθή έναν θείο χαρακτήρα και εκεί έχουμε περάσει στην δεύτερη δομή, του κράτους. Εν ολίγοις οι φυλές (tribes) δεν ενώνονται παρά μόνον υπό ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και διαλύονται χωρίς αυτό και αυτό αληθεύει από τον Αττίλα μέχρι τον πρόεδρο Τίτο. Η πρωτόγονη κοινωνία μας περιγράφει ούτε λίγο ούτε πολύ αυτό που ονομάζουμε κοινωνία, ή πιο σωστά κοινωνικές ομάδες: ισότητα και κατακερματισμός αλλά και συνείδηση του εαυτού μέσα σε ένα μικρό σύνολο (οικογένεια, εργασία κτλ.) και φυσικά έναν ορισμένο συντηρητισμό. Από την άλλη, σε αυτές τις κοινωνίες βούτηξαν διάφοροι διανοητές από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό και μετά για να φτιάξουν τις ουτοπίες τους  όπως γνώριζαν αυτές τις κοινωνίες μέσα από τις περιγραφές των εξερευνητών. Εκείνο όμως που δεν λάμβαναν κατά νου είναι ότι αφενός αυτές οι πρωτόγονες ομάδες ήσαν ολιγομελείς, αφετέρου ότι δεν ήσαν προοδευτικές ούτε ειρηνόφιλες. Την πρόοδο και την ειρήνη την δημιουργεί η άρνηση τους, η αλλοτρίωση τους προς την αυτοκρατορία που φιλοσοφικά εκφράζεται στο κράτος του Hobbes.  

Η αρχαία ελληνική δημοκρατία των πόλεων-κρατών δεν διαφέρει πολύ μορφολογικά από το ινδιάνικο πρότυπο που μας προσφέρει ο Clastres. Μάχονταν μεταξύ τους και ενώνονταν και μάλιστα όχι όλες, μόνον εμπρός σε έναν κοινό κίνδυνο όπως ήταν των Περσών που εξέφραζε όχι κάποιον «εθνικό» κίνδυνο αλλά έναν κίνδυνο για την ίδια την υπόστασή τους ως ανεξάρτητες πόλεις-κράτη. Υπήρχαν βέβαια στοιχεία συσχετισμού αυτών όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες, οι αμφικτιονίες, οι συμπολιτείες, περισσότερο όμως για να αποφεύγεται ο πόλεμος. Ο Έλλην νοιάζεται μόνον για την πόλη του, την γη των πατρώων θεών του, όχι για τις υπόλοιπες πόλεις.  Το δίκαιο κάθε πόλης είναι ιδιαίτερο και διαφορετικό από της άλλης και για αυτό ονομάζεται στα Ινστιτούτα του Ιουστινιανού πολιτικός νόμος, ius civilis. Μέσα στην πόλη κάθε πολίτης ήταν οπλίτης, ενώ κανείς δεν μπορούσε να αποκτήσει σοβαρή εξουσία. Για αυτό και τα πολιτικά πρόσωπα που προσπαθούν να ξεφύγουν, όχι πάντοτε σκόπιμα, από τον ρόλο του δημογέροντα-προεστού, εξοστρακίζονται. Άλλες φορές η φιλοδοξία τους τούς κάνει να οδηγούν σε καταστροφικές περιπέτειες την πολιτεία. Όλοι οι πολιτικοί άνδρες της αρχαίας Ελλάδας είναι κωμικοτραγικές φιγούρες που δεν διαφέρουν πολύ από τον Τζερόνιμο. Ακόμη και όπου υπάρχουν βασιλείς όπως στην Σπάρτη οφείλουν να ακούν τις αποφάσεις των κοινοβουλίων. Παρατηρούμε ότι όσες πόλεις έμειναν πιο πιστές στο πρότυπο, ήσαν δηλαδή πιο συντηρητικές, όπως η Σπάρτη, επιβίωσαν περισσότερο και εξέπνευσαν μόνον και μόνον επειδή το φυλετικό μοντέλο πλέον δεν λειτουργούσε. Όσες πόλεις όπως η Αθήνα θέλησαν να το νοθεύσουν προς την ηγεμονία, καταστράφηκαν. Μπορεί μεν να ήθελαν ενστικτωδώς να προλάβουν την χρεωκοπία του μοντέλου, δεν αποδεσμεύτηκαν δε από την φυλετική δημοκρατία. Οι περιορισμοί της ίδιας της δημοκρατίας δεν τους άφηνε να δουν αυτό που διείδε ο Αλέξανδρος της Μακεδονίας: ότι έπρεπε να πάνε προς το περσικό μοντέλο που είχαν αρνηθή με τους περσικούς πολέμους.  Η ίδια η ελληνική φιλοσοφία είχε υπερβεί τα όρια της φυλετικής πόλεως-κράτους μιλώντας με οικουμενικούς όρους και όχι τοπικούς. Ο θάνατος του Σωκράτη είναι ένα παράδειγμα. Πράγματι, η παρακμή της φυλετικής δημοκρατίας ξεκινά άμα τῃ ιδρύσει των πόλεων-κρατών όπου το άρμα της πεδιάδας γίνεται εμπορική ναύς. Ο τόπος δεν παρήγαγε τίποτε της προκοπής οπότε όπως οι Φοίνικες νωρίτερα και οι Βενετοί ή οι Ολλανδοί αργότερα ασχολήθηκαν με το εμπόριο∙ συγκεκριμένα, την βιοτεχνική παραγωγή και εξήγαγαν τα προϊόντα της. Ξεκινώντας ουσιαστικά από παραγωγή σκευών (πήλινων αγγείων) ―όπως o Wedgwood που παρήγαγε προσιτές πορσελάνες για την αναδυόμενη μεσαία τάξη κατά την βιομηχανική επανάσταση― έγιναν οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες όλων των εποχών. Αυτό το μοντέλο παραγωγής χρειαζόταν μη-πολίτες-οπλίτες (δούλους, μέτοικους) και φυσικά τους οδήγησε στην γνωριμία με άλλους πολιτισμούς πράγμα που εμπλούτισε την συζήτηση των φυλετικών συμβουλίων με την φιλοσοφία. Είχαν ήδη διαρραγή οι ρήτρες του υφιστάμενου πολιτικού μοντέλου. Οι αποικίες που ίδρυσαν συνήθως ανεξαρτητοποιούνταν ακολουθώντας τον φυλετικό κατακερματισμό. Ωστόσο, όταν προσπάθησαν οι Αθηναίοι να φτιάξουν ένα ηγεμονικό μοντέλο θαλασσοκρατορίας που θα δούμε, όχι τυχαία, στα νεότερα κράτη της Ευρώπης, φέρθηκαν ως οι πιο καταπιεστικοί αποικιοκράτες που ξεζουμίζουν τις άλλες πόλεις για να ευνοήσουν την ανάπτυξη της μητρόπολης. Γιατί οι Αθηναίοι δεν γνώριζαν το αυτοκρατορικό μοντέλο όπως ο Αλέξανδρος.

Το πέρασμα στο αυτοκρατορικό μοντέλο γίνεται από τον φύλαρχο του δημοκρατικού μοντέλου, όταν αυτός αποφασίζει να ξεφύγει από την «φυλακή» της ισότητας και από πρώτος μεταξύ ίσων γίνεται μονάρχης όταν «παντρεύεται» τους λαούς που κατακτά. Δεν είναι ο οδηγός της φυλής του αλλά ο νέος πατέρας του άλλου λάου. Με την κατάκτηση ουσιαστικά εκθρονίζει τον άρχοντα του άλλου λάου και μπαίνει ο ίδιος στην θέση του. Έτσι, ο Μέγας Αλέξανδρος είναι περσόφιλος, ο Ιούλιος Καίσαρ, φιλογαλάτης (Gallos Caesar in triumphum ducit, idem in curiumο Καίσαρ οδηγεί τους Γαλάτες στον θρίαμβό του και έπειτα τούς εισάγει στην σύγκλητο,  γράφει ο Σουητώνιος), ο Μέγας Κωνσταντίνος, φιλοχριστιανός (παρότι οι χριστιανοί διώκονταν από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες ως αναρχικοί),  ο Μωάμεθ ο Πορθητής, φιλορωμαίος (πέραν από τους γάμους του με ρωμηές πριγκήπισσες, φτειάχνει ανεξάρτητο μιλιέτ για τους χριστιανούς με αρχηγό τον ρωμηό Πατριάρχη).  Ο Καίσαρ δολοφονείται, ο Αλέξανδρος συγκρούεται με τους συμπολεμιστές του Μακεδόνες για την εύνοια, ο Μωάμεθ δεν σηκώνεται εμπρός στην είσοδο ενός γαζή (βαρόνου) σημαίνοντας τον παραγκωνισμό τους. Το χριστιανικό μιλιέτ είναι εκείνο που εγγυάται τον αυτοκρατορικό χαρακτήρα του Οθωμανού σουλτάνου, και δίνει σ’ αυτόν το δικαίωμα να αξιώνει τον τίτλο του χαλίφη του Ισλάμ! Αν είχε παραμείνει αρχηγός της φυλής του θα είχε ανατραπή από κάποιον γαζή ή πασά―για να το αποφύγει μάλιστα η προσωπική του φρουρά αποτελείται από γενιτσάρους και όχι τέκνα Οθωμανών ευγενών, κάτι που προϋπάρχει στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οι Νεότουρκοι πέντε αιώνες αργότερα με τις γενοκτονίες των αλλοθρήσκων υπηκόων ουσιαστικά σημαίνουν την συνταξιοδότηση του σουλτάνου.

Ονομάζω το αυτοκρατορικό μοντέλο ως «φιλελεύθερο δεσποτισμό» επειδή συντηρεί τις μικρότερες κοινωνικές ομάδες, φυλές, εθνότητες, οργανωμένες ως κοινότητες και  μέριμνα του είναι η αρμονική συμβίωση μεταξύ αυτών∙ μία αυτοκρατορική ειρήνη, μακριά από τις διενέξεις ―εσωτερικές και εξωτερικές― της δημοκρατίας.  Αντιθέτως με ό, τι υποστηρίζει σήμερα η λεγόμενη «φιλελεύθερη δημοκρατία» ο φιλελευθερισμός προέρχεται από τον δεσποτισμό, και δεν υπάρχουν «φιλελεύθεροι λαοί» παρά μόνον φιλελεύθεροι δεσπότες: για εκείνον που κατέχει μία εξουσία έχει νόημα η επιλογή αν θα είναι φιλελεύθερος (μεγαλόψυχος, ελευθέριος δηλαδή γενναιόδωρος) ή όχι. Το να χαρακτηρίζει κάποιος χωρίς εξουσία τον εαυτό του ως φιλελεύθερο είναι σαν να λέει ο ζητιάνος ότι είναι γενναιόδωρος, είναι χήρο νοήματος. Η έννοια της ελευθερίας εδώ έχει τη σημασία της απόδοσης ελευθεριών/προνομίων από τον μονάρχη. Εδώ ταιριάζει η σουμεριακή λέξη για την ελευθερία αμα-γκι, ως αποκατάσταση των προσώπων και της περιουσίας στην αρχική αυτών τάξη. Αν η δημοκρατική φυλή υποδουλώνει την γειτονική, ο φιλελεύθερος δεσπότης θέτει την αρχή του φυσικού νόμου ότι οι όλοι οι άνθρωποι γεννώνται ίσοι. Είναι έννοια της φιλελεύθερης ελευθερίας, ως μη παρέμβασης του μονάρχη στα εσωτερικά των κοινοτήτων. Ο δεσπότης ασχολείται με την άμυνα της αυτοκρατορίας και την διαχείριση της μεταξύ των κοινοτήτων σχέσης  (πράγμα που δεν αποκλείει την χρήση βίας). Το κράτος είναι μία ανεξάρτητη εταιρεία διαχείρισης πληθυσμών με πρόεδρο τον δεσπότη και διευθύνοντα σύμβουλο τον πρωθυπουργό/βεζίρη/μέγα λογοθέτη/καγκελάριο. Μέσα στην αυτοκρατορία τα μέλη των διάφορων κοινοτήτων έχουν την δυνατότητα να προοδεύσουν, να αποκτήσουν οικονομική αλλά και πολιτική ισχύ που δεν έχουν μέσα στην δημοκρατική φυλή. Αν θυμηθούμε, ενώ η αυτοκρατορία (των Ρωμαίων) μπορεί να κατέπνιξε τις εβραϊκές εξεγέρσεις οι ίδιοι Εβραίοι όταν εξεδιώχθησαν ως μειονότητες από τα ευρωπαϊκά κράτη που είχαν αρχίσει να δουλεύουν πάνω σε ένα εθνοφυλετικό αφήγημα, ξανά στην αυτοκρατορία (των Οθωμανών) βρήκαν καταφύγιο. Μπορεί δηλαδή εντός της αυτοκρατορίας να μην έχεις το δικαίωμα να είσαι ανεξάρτητη κοινότητα, έχεις όμως δικαιώματα που ως ανεξάρτητος μπορείς να χάσεις από ένα άλλο δημοκρατικό κράτος.

3. Τα σύγχρονα κράτη και η σύνθεση δεσποτισμού και δημοκρατίας

Τα μεσαιωνικά κράτη της Ευρώπης είχαν τιμαριωτική δομή. Αυτή προέρχεται από την φυλετική δημοκρατία, όταν αυτή κατακτά έναν άλλο πληθυσμό. Οι πολίτες-πολεμιστές της φυλετικής δημοκρατίας λαμβάνουν τιμάρια και έχουν ως δουλοπάροικους τους κατεκτημένους. Ο Γουλιέλμος ο Νόθος, όταν κατέκτησε την Αγγλία, αντικατέστησε με Νορμανδούς βαρόνους όλους τους Σάξωνες φεουδάρχες (από την προηγούμενη) κατάκτηση. Αυτή είναι μια προ-αυτοκρατορική κατάσταση μεν που σχετίζεται δε με την πρότερη αυτοκρατορική: οι ealdormen που διοικούν τα shires είναι οι αντίστοιχοι  Ρωμαίοι præfecti διοικητές επαρχιών (δούκες, κατεπάνω, στρατηγοί).  Ο Ealdorman που κυριολεκτικά σημαίνει δημογέρων και φύλαρχος και θα γίνει με την δανική κατάκτηση earl (jarl) αποκτά ένα διοικητικό χαρακτήρα. Στην φεουδαρχία βρίσκεται ουσιαστικά η γένεση της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ουσιαστικά η φυλετική δημοκρατία μεγαλώνοντας δεν μπορεί να είναι δημοκρατία και γίνεται αριστοκρατία όπου ο κάθε αριστοκράτης εκπροσωπεί την περιοχή που τον έχει δοθή. Οι αριστοκράτες έχουν το δικαίωμα ελέγχου επί του βασιλέως. Κάποια στιγμή στην ηπειρωτική Ευρώπη έχοντας ως πρότυπο αυτό της Ρωμανίας και ύστερα της Οθωμανίας ο βασιλιάς αξιώνει την θέση του απόλυτου μονάρχου θέση που μπορούμε να πούμε είχε ο Πάπας της Ρώμης. Ξεκινώντας από τον Καρλομάγνο που πρώτος θέλει να θεωρήθη Ρωμαίος αυτοκράτωρ (έκτοτε οι Ευρωπαίοι ονομάζουν Γραικό αυτοκράτορα τον Ρωμαίο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης), περνώντας στον Φρεδερίγο Β’ Hohenstauffen που συγκρούεται με τον Πάπα μέχρι τον Λουδοβίκο ΙΔ’ είναι μια σταδιακή εξέλιξη όπου εξουδετερώνονται οι αριστοκράτες γινόμενοι αυλικοί αξιωματούχοι ενώ υιοθετείται από την Ρωμανία το αυτοκρατορικό δίκαιο στη θέση του φεουδαρχικού common law. Η αντίδραση των αριστοκρατών στην ανάρρηση του βασιλέως σε θέση αυτοκράτορα ονομάζεται συντηρητισμός. Ο ευρωπαίος μονάρχης είναι το επαναστατικό ας πούμε στοιχείο αφού στη θέση του στατικού νόμου του κοινού δικαίου δύναται να νομοθετήσει. Στο δίκαιο του Ιουστινιανού μόνον ὁ βασιλεὺς νόμοις οὐχ ὑπόκειται, κάτι που θα υιοθετήσει στην πολιτική του θεωρία ο Hobbes, και σκοπό έχει να αφήνει την δυνατότητα του επικυριάρχου (suzerain)  να νομοθετεί. Η αναγκαιότητα της απολύτου μοναρχίας έρχεται ως ανάγκη για την ένωση των διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούν το κάθε κράτος καθώς αυτό είναι προϊόν κατάκτησης. Όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη έγιναν κράτη υιοθετώντας το σύστημα του ανατολίτικου δεσποτισμού, με την διαφορά ότι έγιναν πολύ πιο συγκεντρωτικά όταν πέρασαν σε δημοκρατική μορφή. Η ενοποίηση που πραγματοποιούσε ο μονάρχης έκανε δυνατό το πέρασμα στο πρωτόγονο φυλετικό-δημοκρατικό μοντέλο.

Όταν λοιπόν έρχεται ξανά στην επιφάνεια το αίτημα της δημοκρατίας διαμορφώνεται ως μία διαλεκτική:

α. Ξαναφέρνει στην επιφάνεια τη συντηρητική αριστοκρατική αντίδραση για έλεγχο του μονάρχου από κοινοβούλια κοινώς έναν αλληλέλεγχο εξουσιών―αυτό ονομάζεται ρεπουμπλικανισμός και εμφανίζεται στην αναγεννησιακή Ιταλία με αναφορά στην ρωμαϊκή πολιτεία. Το ρεπουμπλικανικό μοντέλο δεν είναι καθαρά δημοκρατικό, αλλά αξιώνει την σύνθεση μεταξύ μοναρχίας, αριστοκρατίας και δημοκρατίας.  

β.  Κρατεί το νομοθετικό δικαίωμα της εξουσίας και τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα του κράτους με σκοπό την ομογενοποίηση του κράτους.

Μετά την συνταξιοδότηση των μοναρχών το ρεπουμπλικανικό μοντέλο γνωρίζει πιέσεις από το καθαρό δημοκρατικό μοντέλο το οποίο όμως είναι ταυτόχρονα και περισσότερο κρατικό-συγκεντρωτικό.  Στις ΗΠΑ οι εκεί Whigs εξέφραζαν το ρεπουμπλικανικό, δηλαδή επέμεναν στη τήρηση των θεσμών, ενώ οι Democrats έδιδαν βάση στην λαϊκή ψήφο και πίεζαν προς την κατάργηση του αλληλελέγχου των εξουσιών. Ουσιαστικά η συλλογικότητα της πρωτόγονης φυλής ταυτίζεται με το κράτος. Η αλλιώς: είναι το κράτος ως εργαλείο ώστε να συνθέσει την φυλή, η οποία την ίδια στιγμή μπορεί να γίνει αντικείμενο επίκλησης για να νομιμοποιήσει το κράτος. Δεν είναι τυχαίο ότι η ιδεολογία του «λευκού ανθρώπου» ή «της» Δύσεως προέρχεται από τους δεύτερους. Οι προοδευτικοί προσπαθούν να ανασυστήσουν την tribe στο επίπεδο της race. Εδώ διασταυρώνονται με αυτοκρατορίες που προσπαθούσαν να περάσουν σε φυλετικοδημοκρατικά μοντέλα σύμφωνα με την μόδα της εποχής και εφευρίσκαν παγγερμανισμούς, πανσλαβισμούς, παντουρανισμούς. Από την άλλη, κατά τον μεσοπόλεμο, ο μεν Hitler κάνει λάβαρό του τον φυλετισμό (racism) που συσχετίζει με μία κάποια πρωταρχική γερμανική tribe προκειμένου να ενταχθή «στην» Δύση, ο δε Λένιν φτιάχνει μία εργατική αυτοκρατορία που ουσιαστικά αγκαλιάζει όλους τους εργάτες του κόσμου. Ωστόσο την πιο πραγματιστική σύνθεση της σύγχρονης δημοκρατίας την δίνει ο εγελιανός φασισμός και έχει πολύ καλό λόγο η σύγχρονη δημοκρατία να χρησιμοποίει την λέξη «φασισμός» υποτιμητικά ώστε να αποκρύφθη.

Αυτή η σύνθεση λοιπόν είναι η σύγχρονη δημοκρατία. Μία φυλετική δημοκρατία με δεσποτικά-φιλελεύθερα μέσα. Φράσεις όπως το «κράτος είμαστε εμείς» είναι αντιφατικές για κάθε λογικό άνθρωπο καθώς το κράτος είναι ανεξάρτητος οργανισμός και αν είμαστε τόσο ένα σώμα ώστε να έχουμε «εμείς» την εξουσία δεν χρειάζεται κράτος. 

4. Τα σύγχρονα κράτη εμπρός στην οικονομική παγκοσμιοποίηση

Τα σύγχρονα κράτη δεν είναι όλα τα ίδια. Έχουμε καταρχάς αυτά που προέκυψαν ως ενώσεις και έκαναν αποικιοκρατίες. Ήταν φυσικό, η αυτοκρατορική επιθυμία να ξεπεράσει τα σύνορα  της επικράτειας. Είναι χαρακτηριστικές οι αναφορές Βρετανών κατά την περίοδο του Γεωργίου Α’ στον Αύγουστο κυρίως μέσα από την κριτική έναντι στον αυτοκρατορικό θεσμό όπως είναι το έργο The History of the Decline and Fall of the Roman Empire του ιστορικού και βουλευτή Edward Gibbon. Ωστόσο αν η αυτοκρατορική μορφή ενδύει το εγχείρημα, το κίνητρο της αποικιοκρατίας δεν διαφέρει από το κίνητρο των πολεμοχαρών φυλών όθεν προέρχονται αυτά τα κράτη. Και σε αυτό το πρότυπο ταιριάζουν μικρά κράτη όπως οι Ολλανδοί. Κοινώς κίνητρο ήταν το κυνήγι του πλούτου περισσότερο από την δόμηση μιας αυτοκρατορικής ειρήνης. Το βλέπουμε σήμερα στο ψευδαυτοκρατορικό δημιούργημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου τα πιο ισχυρά κράτη λειτουργούν για τον εαυτό τους όχι για την ένωση. Για να γυρίσω πίσω, αυτοκρατορικά μέσα χρησιμοποιήθηκαν βέβαια, όπως ήταν η δημιουργία μισθοφορικών στρατιωτικών ταγμάτων από ξένους (Σίχ, Ινδικά τάγματα, Ζουαβοί, Turcos κτλ) ή η βάπτιση της Βρεταννικής Ινδίας σε αυτοκρατορία με αυτοκράτειρα την Βικτωρία. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο αγγλικός συντηρητισμός δεν άφησε ποτέ τον Βρέταννο βασιλέα να ανακηρυχθή αυτοκράτωρ στην Μεγάλη Βρεταννία, αντίθετα στην μετεπαναστατική bourgeoise Γαλλία ήταν ευκολότερο για τους δύο Ναπολέοντες. Όπως και νάχει οι ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες παραμένουν αποικιοκρατικές θαλασσοκρατορίες με την μητρόπολη να βαρύνει πάνω στις αποικίες, αντίθετα προς την Ρωσική αυτοκρατορία που είναι πιο κοντά το αυθεντικό αυτοκρατορικό πρότυπο. Στην Ρωσία ένας ξένος όπως ο Καποδίστριας μπορούσε να είναι υπουργός εξωτερικών όπως θα ήταν και στην Οθωμανική. Ωστόσο αυτό που έκαναν οι θαλασσοκράτορες για να προσαρμοστούν στην παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα που δημιούργησε η αποικιοκρατία ήταν η ιδεολογία του liberalism (φιλελευθερισμού). Ο Λόρδος Acton που την μορφοποίησε πήρε την ονομασία από το liberal κόμμα και έβαλε ρεπουμπλικανικά στοιχεία υπογραμμίζοντας την διαφορά του φιλελευθερισμού από την δημοκρατία. Η βρεταννική αυτοκρατορία παρουσιάζεται σε χάρτη κατά τα τέλη του 19ου αι. ως μία «αυτοκρατορική συνομοσπονδία» υπό το τρίπτυχο FreedomFraternityFederation (ελευθερία-αδελφοσύνη-συνομοσπονδία).  

Ουσιαστικά η «κοινωνία των εθνών» ήταν η αμερικανική απάντηση και η οικειοποίηση αυτής της ιδέας που όμως οδήγησε σε διάλυση την Βρεταννική αυτοκρατορία πιο πονηρά από τον Hitler με την διακήρυξη του Wilson περί δικαιώματος αυτονόμησης. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι τελικά οι νεώτερες αυτοκρατορίες κατέληξαν αυτοκρατορικές με την έννοια της πολυεθνικότητας μετά την πτώση αυτών και την συρρίκνωσή τους στην μητρόπολη. Και όποιο πρόβλημα προκύπτει εδώ δεν οφείλεται απλώς στη περιορισμένη έκταση της μητρόπολης αλλά κυρίως ότι είναι δημοκρατική. Ο κίνδυνος είναι να δούμε αυτό που βλέπουμε σε έναν άλλο τύπου κράτους, εκείνον που προέκυψε από την διάσταση κάποιας αυτοκρατορίας: Είναι ο τύπος του εθνοφυλετικού κράτος όπως είναι εκείνα από τα Βαλκάνια μέχρι την Βαλτική (πρώην Ρωσικά, Αυστριακά, Οθωμανικά). Έχει κάθε αδυναμία της πρωτόγονης φυλετικής δημοκρατίας και στερείται των θετικών στοιχείων της (εκείνων που οδηγούσαν στο ξεπέρασμά της). Αυτό που στα ευρωπαϊκά κράτη με τον ερχομό της δημοκρατίας φαντάζονταν ότι έκαναν εδώ το πέτυχαν. Η χειραφέτησή τους θυμίζει εκείνη των γυναικών: φεύγουν από τον γάμο (αυτοκρατορία) και μετά από μια σύντομη περίοδο παραισθήσεων μεγαλείου επιστρέφουν στην δουλειά που έκαναν μέσα στην αυτοκρατορία ως μισθοφόροι κάποιας μεγάλης δύναμης χωρίς όμως τα δικαιώματα που είχαν μέσα στον αυτοκρατορικό γάμο (lobbing).  Αν η αποικιοκρατική σχέση είναι παλλακεία, εδώ δεν είναι καν αυτό. Η μεγάλη δύναμη χρησιμοποιεί το μικρό εθνοφυλετικό κρατίδιο ως μέσο για τα συμφέροντά της. Οι διάφοροι εθνάρχες του κρατιδίου πωλούν στον λαό τους ένα μίγμα εθνικισμού και πολιτισμικής λαγνείας του ισχυρού κράτους επιρροής, κάνοντάς τον να πιστέψει σχεδόν ότι η τύχη του δευτέρου εξαρτάται από το πρώτο! Η αντίφαση αυτή οδηγεί σε κωμικοτραγικές καταστάσεις και κυρίως σε μία κοινωνική διάλυση στο εσωτερικό: αν στα κράτη που προκύπτουν από ένωση ο κυρίαρχος σκοπός είναι η εσωτερική ομόνοια, η δομή του φυλετισμού (tribalism) είναι αυτή του κατακερματισμού καθώς υποφυλές θέλουν να αλώσουν το κράτος. Καθώς σε ένα φιλελεύθερο διεθνές περιβάλλον δεν μπορούν να πλιατσικολογήσουν στο εξωτερικό, πλιατσικολογούν στο εσωτερικό εις βάρος των πολιτών τους.

Συμπερασματικά, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και όλο περισσότερο κατακερματισμένο δεν θα είναι πισωγύρισμα η τάση προς το αυτοκρατορικό πρότυπο που θα εκφραστή με τον καισαρισμό, καθώς η δημοκρατία όσο και να χρησιμοποιήσει τα ομογενοποιητικά μέσα προπαγάνδας της και επιβολής (εκπαίδευση, οργανικούς διανοούμενους, ΜΜΕ, διεθνή γραφειοκρατία) δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει την ενσκήπτουσα πολυμορφία.