Κωνσταντίνος Χρυσόγελος: Δύο ποιήματα

ΒΙΛΑΝΕΛΑ: Ο ΘΕΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ…

Ὁ Θεὸς μιλάει τὴ γλῶσσα μου,
στὸ σπίτι ἀνάβω τὴ φωτιὰ
κί ἀπ’ ἔξω μυρωδιὰ βροχῆς.

Ὁ χρόνος φέρνει τὶς πληγές,
τὰ πρόσωπα, τὶς ἐνοχές.
ὁ Θεὸς μιλάει τὴ γλῶσσα μου.

Ὅλα τελειώνουν κάποτε,
τὴν ὥρα ἐκείνη μιὰ κραυγὴ
κί ἀπ’ ἔξω μυρωδιὰ βροχῆς.

Στὸν φίλο ποὺ δὲν δάκρυσε,
στὸν ἔρωτα ποὺ τέλειωσε,
ὁ Θεὸς μιλάει τὴ γλῶσσα μου.

Λουλούδια στὸ τραπέζι της,
ἄνυδρο τὸ κρεβάτι της
κι ἀπ’  ἔξω μυρωδιὰ βροχῆς.

Κι ὅμως τὸ θέρος δὲν ἀργεῖ
κι ὅμως ἡ πίστη δὲν ἀρκεῖ.
ὁ Θεὸς μιλάει τὴ γλῶσσα μου
κι ἀπ’ ἔξω μυρωδιὰ βροχῆς.

 

ΣΑΝ ΣΙΝΕΜΑ

Ἄσ’ τὸ κερὶ νὰ καίει λαμπρὸ
μέσα στὴν κάμαρα τὴ βαρυφορτωμένη,
τώρα ποὺ καταφτάνει -ναί, τὸ ἀκούω-
ὁ κορυφαῖος τοῦ χοροῦ.

Δὲν θέλω νὰ τὸν δῶ στὸ φῶς –
ἂς παίξουμε τοὺς ρόλους μας ὡς γνήσιοι καλλιτέχνες.
Σὰν σινεμά, σὲ πλάνο ποὺ μ’ ἀρέσει,
ποιητικό, στὸν χρόνο ποὺ θ’ ἀντέξει,
ἡ τελικὴ σκηνὴ –ποῖος ἦτο ὁ δολοφόνος;-
στὸ θέατρό μου νὰ στηθεῖ.