Περί Στρατευμένης Μουσικής

O νονός του shock-rock Alice Cooper είχε πει μια χαρακτηριστική φράση: “Rock should never be in bed with politics”. Αυτή η φράση είναι αρκετά αξιοπερίεργη φυσικά. Το ροκ ως μουσική έπαιξε έναν πολιτικό ρόλο στα τέλη της δεκαετίας των 1960s και υπήρξε συστατικό μέλος της κουλτούρας των χίπηδων. Επίσης ένας καλλιτέχνης πρέπει να γράφει για αυτά που τον ενδιαφέρουν, λαμβάνει στο περίγυρο του, τέλος πάντων επιθυμεί να εκφράσει. Γιατί μια τέτοια αντι-πολιτική δήλωση;

Γενικά αν μελετήσει την ιστορία της πολιτικής μουσικής, καταλαβαίνει κανείς αυτήν την δήλωση. Η μουσική καταφέρνει μια αδιαμεσολάβητη επαφή με το συναίσθημα του ακροατή, εν αντίθεσει με την ζωγραφική και την γλυπτική. Η πολιτική, παρότι τους τελευταίους αιώνες έχει συνδεθεί με ιδεαλιστικά οράματα, είναι ξεκάθαρα εδώ και χιλιετίες η διαχείριση της δύναμης και της κυβέρνησης στα πλαίσια ομάδων ανθρώπων, κάτι πολύ πιο “Απολλώνιο”. Δεν είναι τυχαίο το ότι οι καλλιτέχνες πολύ συχνά εκφράζουν πολιτικές απόψεις σε ένα φάσμα από το επιεικώς αφελές μέχρι το κυριολεκτικά απεχθές (και δεν είναι πάλι τυχαίο πως αυτά μπλέκονται).

Θυμίζουμε τον υπερταλαντούχο Wagner του όποιου το μουσικό ταλέντο δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, και έχει οπαδούς ουκ ολίγους από εμάς που δεν ακούμε απαραίτητα κλασική μουσική. Επίσης ήταν λίγο πολύ ένας από τους εμπνευστές ενός ηρωικού-τραγικού ήθους έκτος επαφής με ένα μη-μυθολογικό πλαίσιο που μπλέχτηκε με την πολιτική όμως και επηρέασε τον Ναζισμό, και την φιγούρα του Χίτλερ. Δεν είναι περίεργο που ο Χίτλερ φανταζόταν ένδοξες μάχες με τους Ρώσους ακόμη και όταν έφτασαν στο Βερολίνο, και όταν χάθηκε ο πόλεμος, θεώρησε τους Γερμανούς ανάξιους του μεγαλειώδους οράματος του. Η περίπτωση επιρροής Ηitler-Wagner δείχνει την τρομακτική πλευρά της “πολιτικής” μουσικής ή καλύτερα της επιρροής της μουσικής, της τέχνης και της αισθητικής στην πολιτική.

Βέβαια η Στρατευμένη Μουσική συχνά δεν είναι Wagnerιανή. Αν μη τι άλλο, συχνά είναι γελοία. Αν όχι μουσικά, τουλάχιστον στο στιχουργικό επίπεδο. Είτε ο στιχουργός είναι κακός, και το “εμβατήριο” αισθάνεται σαν κακή κατήχηση – τότε το κομμάτι βασίζεται καθαρά στην μουσική. Ακόμη και αν ο στιχουργός είναι ποιητής, όπως συμβαίνει με την μελοποίηση ποιημάτων στην χώρα μας, συχνά οι συνδέσεις με το παρελθόν που έκαναν αυτά τα τραγούδια σημαντικά και εμψυχωτικά για αυτούς που τα άκουγαν έχουν χαθεί. Το χαρακτηριστικό της ιδιοφυούς τέχνης είναι πως υπερβαίνει τα όρια του χρόνου και του χρόνου που δημιουργήθηκε και έχει έναν αυθεντικά παν-ανθρωπινό χαρακτήρα. Η Στρατευμένη Τέχνη είναι μουσική για μια εποχή (την εποχή της συγκεκριμένης πολιτικής σύγκρουσης), για έναν συγκεκριμένο τόπο, με συγκεκριμένα μηνύματα. Ακόμη και το γένος μουσικής που χρησιμοποιείται ακούγεται kitsch και απόμακρο. Είναι μουσική που απευθύνεται σε κάποιους. Αλλά μάλλον όχι σε εσένα.

Για να γυρίσουμε στον Alice Cooper δεν είναι περίεργο τελικά που κράζει την γενιά των χίπηδων και την πολιτικοποίηση της μουσικής τους. Η δική του μουσική γενιά ήρθε ως αντίδραση στον χιπισμό της “ειρήνης και αγάπης” με την ενοχλητική του αφέλεια. Όμως το ζήτημα είναι: αξίζει η πολιτική μουσική; Έχει τελικά δίκιο; Προσωπικά θα έλεγα από την εμπειρία που έχω από καλλιτέχνες πολλών μουσικών ειδών, “λαϊκών” και “κουλτουριάρικων”, οι απόψεις της πλειοψηφίας τους σε πολιτικά ζητήματα, σε Σταλινικά ποσοστά μάλιστα, δεν αξίζουν ιδιαίτερα, όπως δήλωσα και πάνω. Όμως χάνουμε κάτι με αυτόν τον τρόπο σκέψης. Στόχος της μουσικής και της τέχνης δεν είναι να παράγει ορθές αναλύσεις των τεχνικών προβλημάτων, ούτε μελοποιημένες εκδοχές φιλοσοφικών πολιτικών έργων. Η μουσική και η τέχνη γενικά αποκρυσταλλώνει το Zeitgeist της κοινωνίας στην οποία δημιουργείται. Είναι αναπόφευκτο πως στα μουσικά, καλλιτεχνικά έργα θα είναι ενσωματωμένες οι απόψεις και τα συναισθήματα του καλλιτέχνη, αρά και οι πολιτικοί/φατριακοί δεσμοί του.

Το πρόβλημα με την στρατευμένη τέχνη είναι συνήθως πρόβλημα ποιότητας της τέχνης. Το πρόβλημα της στρατευμένης τέχνης είναι πως εν αντιθέσει με την κατά παραγγελία τέχνη για την ευχαρίστηση ενός πατρόνα, είναι υπό την ψευδαίσθηση πως είναι ειλικρινής, αυθεντική έκφραση, όποτε δεν μπαίνει κάτω από τα ίδια κριτήρια δεξιοτεχνίας. Είναι επίσης υπό την ψευδαίσθηση πως είναι παραπάνω από την “απλή ποπ τέχνη” επειδή εκφράζει έναν ανώτερο σκοπό, αν και είναι απλουστευτική, “λαϊκιστική” μεν, αλλά μόνο προς την πλευρά που απευθύνεται― οι πολιτικοί αντίπαλοι του δημιουργού δεν μπορούν παρά να την βρουν κιτς. Το πρόβλημα της στρατευμένης τέχνης τελικά είναι πως δεν είναι αρκετά φιλόδοξη. Επιθυμεί να ικανοποιήσει κάποιους πολύ συγκεκριμένους. Η πραγματικά καλή τέχνη στοχεύει την καθολικότητα και την αιωνιότητα.