Η ανοησία των εννοιών

Ένα από τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου δημοσίου λόγου είναι η χρήση εννοιών των οποίων η σημασία δεν εξηγείται, αλλά θεωρείται ότι εξυπακούεται, όπως όταν μιλάμε για ένα αντικείμενο της καθημερινότητάς μας, π.χ. το ποτήρι, την τομάτα κτλ. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι είτε απευθύνονται σε ένα βαθιά καλλιεργημένο κοινό για το οποίο τέτοιες αφηρημένες έννοιες έχουν θέση ποτηριού και τομάτας ή ότι δεν ενδιαφέρει εκείνον που τις εκφέρει αν τις καταλαβαίνει ο άλλος, αρκεί να φανεί ο ίδιος τόσο καλλιεργημένος, που όταν κάθεται στο σπίτι του περιτριγυρίζεται από τέτοια αντικείμενα, όπως είναι «η» Ελευθερία, «η» Κοινωνική Δικαιοσύνη, «η» Τέχνη, «η» Ποίηση, «το» Έθνος, «το» Άτομο, «η» Κοινωνία κτλ. και πάντοτε με το πρώτο γράμμα κεφαλαίο για να μην τις συγχέει ο κακόπιστος ακροατής με πτωχές, αγοραίες αντανακλάσεις αυτών. Αν μη τι άλλο ο Χρήστης κάθε τέτοιας υπέροχης λέξης ξέρει κάτι περισσότερο για αυτές από ό, τι εμείς οι υπόλοιποι.

Επιπλέον όλες αυτές οι έννοιες παραδίδονται αρχικά μέσα στα σχολεία και κατόπιν μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα από καθηγητή σε φοιτητή, σαν πολύτιμα εργαλεία που δίδει ο μέντωρ Dumbledore στον κάθε νεαρό Potter. Αρκεί ο μαθητευόμενος να εκστομίσει μία από αυτές τις μαγικές λέξεις, και κάθε κακό θα νικηθή. Η αλήθεια είναι εντούτοις, ότι κάθε τέτοια λέξη έχει ένα μαγικό χαρακτήρα. Και αυτόν τον οφείλει στο ότι δεν σημαίνει κάτι συγκεκριμένο. Οπότε ο καθένας που την ακούει μπορεί να προβάλει σε αυτήν τις ελπίδες του και να ηρεμήσει την ψυχή του ή αν η λέξη έχει θέση διαβόλου στην κοσμοθεώρηση του, να ανεβάσει στροφές και να αισθανθή την ηρωική μαχητικότητα ενός Beowulf. Και φυσικά δεν είναι μόνον οι κλασικές λέξεις, αλλά και νέες που εφευρίσκονται δημιουργώντας μάλιστα γεγονότα εκ του μη όντος, μόνον και μόνον για να εξυπηρετήσουν πολεμικές.

Οι αφηρημένες έννοιες πράγματι δεν σημαίνουν κάτι συγκεκριμένο, με την έννοια ότι δεν μπορείς να ζωγραφίσεις την λέξη «ελευθερία» όπως μπορείς να ζωγραφίσεις ένα ποτήρι. Αν δούμε όμως κάποιον που αγωνίζεται με κάθε τρόπο να ελευθερωθή από τις αλυσίδες του καταλαβαίνουμε ότι θέλει να ελευθερωθή. Αν ακόμη δούμε μίαν απεικόνιση κάποιων που υποτάσσουν κάποιους άλλους καταλαβαίνουμε ότι οι μεν είναι ελεύθεροι οι δε δούλοι. Μπορούμε να κάνουμε πολλές ζωγραφιές, από διαφορετική οπτική, το βέβαιο είναι ότι η έννοια από μόνη της δεν λέει τίποτε. Ό, τι σημαίνει έχει να κάνει με την χρήση της. Αν κάτι δεν πάει καλά με την «επικοινωνιακή» χρήση τους σήμερα είναι ότι σε έναν κόσμο καθαρά ωφελιμιστικού προσανατολισμού όπου τα προβλήματα μοιράζονται ανάμεσα στο αν θα μπορέσω να αγοράσω την τελευταία έκδοση ενός τηλεφώνου, και πού θα πάω διακοπές, έχουν την θέση απλού περιτυλίγματος, όπως γίνεται με τα καταναλωτικά προϊόντα. Και το νόστιμο είναι όταν ακριβώς αυτό το marketing υιοθετείται από την πολιτική που υποτίθεται διαφοροποιείται από την αγορά. Ο σύγχρονος αισθητισμός είναι ένα φαινόμενο του καταναλωτισμού, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται για ηθικό κήρυγμα! Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι ο αντικαπιταλιστικός φασισμός είχε ως κύρια βάση του την αισθητική, και ότι τα κομμουνιστικά κόμματα έχουν την καλύτερη προπαγάνδα. Η πολιτική προπαγάνδα όμως μπορεί κατά τον εικοστό αιώνα να εκφράστηκε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο από τέτοιες παρατάξεις, όμως η σύγχρονη καταγωγή της έρχεται από τις πρώτες μέρες της μαζικής δημοκρατίας στις Η.Π.Α. στο Tammany Hall. Είναι η προσπάθεια να δημιουργηθή ένας δεσμός οπαδών που εκλείπει από την κλασική και περισσότερο ολιγαρχική republic. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι παρατάξεις σε ένα ολιγαρχικό κοινοβούλιο όπως το Αγγλικό του 18ου αι. δεν είχαν αντιφάσεις ανάμεσα στην πολιτική που δήλωναν ότι θα ακολουθήσουν (εννοιολογικό πλαίσιο) και τις πολιτικές που τελικά πρακτικά ακολουθούσαν. Γιατί τελικά η ανοησία των εννοιών εξυπηρετεί στην συγκρότηση μίας κοινωνικής ομάδας και κατέχει θέση τοτέμ.

Αν πάμε παλιά, η διακόσμηση έχει έναν θρησκευτικό χαρακτήρα, και η αγορά αντικειμένων επενδεδυμένων με αισθητική (φετιχιστική, μυστικιστική) αξία αφορά τον λατρευτικό άνθρωπο. Και πράγματι στα θρησκευτικά κείμενα οι λέξεις δεν λένε τίποτε, ούτε περιγράφουν κάτι, ούτε αποτελούν ακριβώς αλληγορίες. Έχουν θα λέγαμε ένα «αισθητικό» περιεχόμενο, και όπως οι λέξεις σε ένα ποίημα, λειτουργούν ως χρώματα. Είναι δηλαδή, σύμβολα. Το σύμβολο δείχνει έναν προσανατολισμό όπως ακριβώς ένας φάρος και εκεί βρίσκεται η δυνατότητά του να συγκεντρώνει μία κοινωνία γύρω του. Εκεί βρίσκεται η χρήση των τελετών και των συμβολικών έργων όχι μόνον από την υπερτοπική αυτοκρατορία που κατευθύνεται προς ένα πιο ανώνυμο πλήθος, αλλά και την μικρή, τοπική republic.

Όπως και να έχει, η σύγχρονη κοινωνική χρήση των εννοιών αντιφάσκει στο ότι δεν αξιώνει έκδηλα έναν συμβολικό χαρακτήρα. Το σύμβολο, η θρησκευτική λέξη, η τελετουργία επιδεικνύουν τον άδηλο χαρακτήρα τους, ότι δηλαδή δεν είναι διαπερατά από την αναλυτική διάνοια. Το αν η προστάτις θεότης ευνοεί την πόλη ή όχι δεν μπορεί να αποδειχθή, δηλώνει όμως την επιθυμία του λαού να ευνοηθή από αυτήν, όπως ένα ερωτικό ποίημα δεν συνεπάγεται ότι ο στόχος στον οποίο αναφέρεται θα ευοδωθή. Αντίθετα η κοινωνική χρήση των εννοιών σήμερα, αξιώνει μία σαφή νοηματοδότηση σαν να μάς λέει ότι αυτό που σού δείχνω δεν είναι σύμβολο αλλά πραγματικότητα, παραμερίζοντας αφενός ουσιαστικά την πολυσημία που χαρακτηρίζει το σύμβολο, αφετέρου την δυσκολία που ενέχει η πραγματοποίηση της επιθυμίας. Αυτό βέβαια δεν πειράζει κανέναν επειδή όλες αυτές οι βαρύγδουπες έννοιες έχουν περισσότερο χρήση αναψυκτικού.

Όσο και αν φαίνεται περίεργο το μεταφυσικό σύμβολο εξέφραζε πολύ πιο στέρεες επιθυμίες και αυτό, γιατί πάντοτε σχετιζόταν με τον θάνατο, όθεν και οι θυσίες. Και αυτή η σχέση με τον θάνατο που έδιδε κοινωνική υπόσταση στην αφηρημένη έννοια διατηρείται στην πρώτη χρήση των σύγχρονων εννοιών. Γιατί, οι έννοιες της γαλλικής επανάστασης του 1789 δεν διατυπώθηκαν απλώς ως «ελευθερία, ισότης, αδελφοσύνη» όπως ευφραίνονται να τις ακούν πολλοί σήμερα, αλλά, «ελευθερία, ισότης, αδελφοσύνη ή ο θάνατος».

Ομολογητής