Louis MacNeice: Στυλίτης

Ὁ ἅγιος στὸν στῦλο ἐφίσταται,
ὁ στῦλος εἶναι μόνος,
ἐστάθη τόσο χρόνο
ὥστε αὐτότερος εἶναι λίθος·
μόνον τὰ μάτια του
περιπολοῦν τῆν ἄμμο
ὅπου οὐδεὶς ἔρχεται οὔπω
καὶ εἶν’ ὁ κόσμος μιαρός.

Μετά, τὰ μάτια καταμύει,
κατὰ τὸν ὕπνο του ἵσταται,
περιέρχεται στὸν τράχηλό του
τὸ αἴσθημα τοῦ βρόχου,
καὶ ὁ δήμιος νὰ μετράει
νὰ μετράει ἕως τὰ δέκα―
στὰ ἑννέα εὑρίσκει
ὅτι πάλιν ἔχει ὄμματα.

Ὁ ἅγιος στὸν στῦλο ἐφίσταται,
οἱ στῦλοι εἶναι δύο,
κάποιος νεανίας καταντίκρυ
ἵσταται στὸ γλαυκό,
κάποιος λευκὸς ἑλληνικὸς θεός,
θαρσαλέος, σκολιόθριξ
ἄνω τοῦ βουβῶνα,
καὶ μὲ τὰ μάτια πηγμένα στὸν κόσμο.

[Stylite, ἀπόδοση: Γ.Α. Σιβρίδης]

 

τὰ μάτια καταμύει: κλείνει τὰ μάτια

σκολιόθριξ: μὲ σγουρὲς τρίχες