Ο Ερντογάν, οι κινούντες την ιστορία και οι αρνητές της πραγματικότητος

Όταν τον Ιούλιο με την εκδήλωση του εν τέλει αποτυχημένου πραξικόπηματος στην Τουρκία κάποιοι “τολμήσαμε” να μην δηλώσουμε διαδικτυακώς κατά την πρώτη ώρα του εν εξελίξει coup d’État το πόσο περιχαρείς είμαστε για την επερχόμενη επιστροφή της Δημοκρατίας (;) στην Τουρκία και να πούμε αυτό που ήταν προφανές, δηλαδή ότι ο Ερντογάν χαίρει μεγάλης λαϊκής υποστήριξης και ως εκ τούτου δύσκολα θα μπορέσει να βγει τόσο έυκολα από το παιχνίδι, κάποιοι εξέλαβαν την γνώμη μας ως “στήριξη” (;!) στο πρόσωπο του Τούρκου προέδρου. Παράλληλα βιώσαμε δε και το καταπληκτικό φαινόμενο να δούμε Έλληνες υπέρ του Κεμαλισμού, την κορωνίδα σίγουρα όλων των εν κρανίω τρικυμιών.

Πολλά μπορούν να ειπωθούν εδώ. Καταρχήν, και αυτό είναι το σημαντικότερο, όταν έχουμε να κάνουμε με το θέμα “δημόσιος λόγος” υπάρχει μια τεράστια δυσκολία να γίνει κατανοητή η διάκριση μεταξή γούστου και διαπιστώσεων. Στην περίπτωσή μας, το να πει κάποιος ότι ο Ερντογάν είναι ένας λαοφιλής ανήρ με ισχυρή θέληση εμπεριέχει μεν μια δόση θαυμασμού αλλά δεν αποτελεί αξιολογική κρίση για τα καθαυτά πεπραγμένα του Προέδρου. Αποτελεί όμως μια πραγματικότητα, η οποία αφενός μας αφορά, όντες από μια χώρα που βρίσκεται σε συγκεκριμένο γεωστρατηγικό (και πολιτιστικό) ανταγωνισμό με την γείτονα, αφετέρου δεν μπορεί να παραβλέπεται επειδή δεν συμφωνούμε με το ιδεολογικό του υπόβαθρο. Το να πούμε ότι ο Ερντογάν ή ο Πούτιν ή όποιος άλλος είναι “ανεπιθύμητες” παρουσίες επειδή ενοχλούν τα πιστεύω μας είναι στρουθοκαμηλισμός εφηβικού επιπέδου και κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί το ηγετικό ύψος των ανδρών αυτών, όσο “παλιάνθρωποι” αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι είναι ή όντως είναι.

Δεύτερον, ακόμη κι αν δεχτούμε την παραδοξότητα της υποστήριξης ενός πραξικοπήματος «στο όνομα της Δημοκρατίας» (θα μπορούσε καλύτερα να μιλήσει κανείς για ατομικά δικαιώματα, όπως έγινε στην περίπτωση της Αιγύπτου όπου όντως προστατεύθηκε από διωγμούς η κοπτική μειονότητα, αλλά όταν μιλάμε για την Τουρκία είναι φαιδρό να θεωρούμε τον στρατό θεματοφύλακα της προστασίας π.χ. των μειονοτήτων) και του φιλελευθερισμού στην Τουρκία, είναι και πάλι έκδηλη η άγνοια των τάσεων εντός της τουρκικής κοινωνίας (και δεν προτιθέμεθα να το παίξουμε ειδήμονες, αλλά τουλάχιστον δεν πέφτουμε σε τόσο εξώφθαλμα λάθη). Αφενός, η αντίθεση Κεμαλισμού – Ισλαμισμού είναι υπαρκτή αλλά πρέπει να κατανοηθεί και ως ταξική διάκριση και ως μία πορεία όπου η άνωθεν επιβληθείσα εκκοσμίκευση αφορούσε και μικρό ποσοστό του πληθυσμού και δεν μπόρεσε να «μετασχηματίσει» τις παραδοσιακές αξίες της τουρκικής κοινωνίας, καλές ή κακές. Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονούμε και το γεγονός ότι ο Κεμαλισμός υπήρξε μια φασίζουσα ιδεολογία βασισμένη σε εξωφρενικές φυλετικές και γλωσσολογικές θεωρίες. Μπορεί σήμερα ο μέσος αστός να δηλώνει Κεμαλιστής για να αντιταχθεί στην ισλαμοποίηση της κοινωνίας, με το δίκιο του, ξεχνάει όμως και αυτός και όλοι οι θαυμαστές του Ατατούρκ ότι ο Κεμαλισμός ήταν αυτός ο οποίος ξερίζωσε τις μειονότητες και προώθησε τον πλήρη εκτουρκισμό της Ανατολίας, δημιουργώντας και το κουρδικό ζήτημα. Το ότι ο μέσος αστός Τούρκος μπορούσε να πίνει ρακή και οι γυναίκες απολάμβαναν περισσότερα δικαιώματα ήταν μεν μια κοινωνική πρόοδος, αλλά όλα αυτά αφορούσαν, όπως είπαμε, μια μικρή μερίδα πληθυσμού και κυρίως δεν σήμαιναν πολλά για τον μέσο Τούρκο της υπαίθρου ή των υποβαθμισμένων αστικών περιοχών, αφού επι Κεμαλισμού η οικονομία της Τουρκίας αιμορραγούσε ενώ ο Ερντογάν, έστω και με δάνεια, έχει κάνει έργα σε όλη την επικράτεια της χώρας. Κοντολογίς, ο Κεμαλισμός αντιτάχθηκε μεν στον Ισλαμισμό, αλλά και τον προκάλεσε οξύνοντας τις κοινωνικές και, σχεδόν, πολιτιστικές αντιθέσεις.

Κακά τα ψέματα, ο Ερντογάν ανήκει σε εκείνες τις μορφές που γράφουν ιστορία. Αυτό, ξαναλέμε, δεν τον καθιστά αξιαγάπητο, ευχάριστο, αγαπητό. Τον κάνουν όμως ηγέτη και, καλώς ή κακώς, η ιστορία γράφεται από ηγέτες, την ώρα που η Ελλάδα «διοικείται» από ανθρώπους περιορισμένων οραμάτων, από δέσμιους μικροκομματικών συμφερόντων. Μπορεί να ονειρευόμαστε την ώρα που ο ηγέτης της γειτονικής χώρας θα εμφανιστεί με λουκούμια στα χέρια και όλοι αγκαλιασμένοι θα χορεύουμε ζεϊμπέκικο, αλλά δυστυχώς οι διεθνείς σχέσεις δεν είναι όπως οι προσωπικές. Σε πολλούς εν Ελλάδι διαφεύγει αυτή η πολύ πολύ απλή αλήθεια.

Σπάνια εμφανίζονται σε κείμενα όσων Ελλήνων “τουρκολογούν” οι τεράστιες ιδεολογικές ζυμώσεις που διεξάγονται αυτήν την στιγμή στην Τουρκία (με μοναδική εξαίρεση αναλύσεις όπως αυτή εδώ). Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Όταν τα κείμενα περί της γείτονος δεν κινούνται μεταξύ τυφλού αντιτουρκικού εθνικισμού και φολκλόρ περί μουσικής και μπακλαβάδων, προέρχονται είτε από πολιτικούς επιστήμονες είτε από διαβιούντες στην χώρα αυτή. Το πρόβλημα με τους μεν είναι ότι το ακαδημαϊκό περιβάλλον συχνά για λόγους πολιτικής ορθότητας και “διπλωματίας” αποφεύγει να πει τα πράγματα με το όνομά τους και σπάνια μπαίνει σε ουσιώδη γεωπολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα, ενώ όσοι ζουν στην Τουρκία συναναστρέφονται κυρίως με τους λεγομένους “λευκούς Τούρκους” και έτσι έρχονται σε επαφή σχεδόν αποκλειστικά με Κεμαλιστές ή φιλελεύθερους οι οποίοι αποτελούν προφανώς την μειονότητα εντός της τουρκικής κοινωνίας.

Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η Τουρκία συγκεντρώνει στρατεύματα στα σύνορα με το Ιράκ. Είναι εμφανές ότι ο Ερντογάν αργά ή γρήγορα θα επιδιώξει μια στρατιωτική νίκη και το θέμα για την χώρα μας είναι εάν μπορεί να αντισταθμίσει την, έστω και παράλογη, ορμή της ιστορικής προσωπικότητας που λέγεται ‘Ερντογάν’ με μια αντίστοιχη ιδεολογία που θα εμπνεύσει την ίδια την επιβίωσή της αλλά και την περαιτέρω πορεία της, χωρίς ανόητους και ανεδαφικούς μεγαλοϊδεατισμούς, αλλά με σαφές πολιτιστικό και γεωστρατηγικό περιεχόμενο.

Κ.Σ.

Παραθέτουμε βίντεο από την προκλογική εκστρατεία του Ερντογάν, όπου ο ίδιος διαβάζει ένα γνωστό στην Τουρκία ποίημα για να κατααστεί σαφής η τεράστια ιδεολογική επιρροή την οποία ασκεί.