Stéphane Mallarmé: ΄Ότε η Σκιά ηπείλησε…΄

Ὅτε ἡ Σκιά ἠπείλησε διὰ τοῦ μοιραίου νόμου,
παλαιὸ Ὕπαρ, ἴμερος καὶ πόνος τῶν σπονδύλων μου,
τέτοιο ποὺ κατηφές ἔφθινε τῶν κηδείων ὀροφῶν
κάτωθε, μ’ ἤμπεσχε μὲ τὸ βέβαιο φτερό του.

Χλιδή, ὦ σάλλα ἐβένινη, ὅπου διὰ νὰ θελξῶσι
ῥήγα, ἔνδοξες ταινίες θνησκοῦσες πλέκονται,
παρὰ τὰ ἐρέβη εἶσαι ἕν τι φρόνημα ψευδές
στὰ μάτια κάθε μοναχοῦ ποὺ ἡ πίστις του τυφλώνει.

Ναί, ξέρω πὼς ἡ Γῆ, κατὰ τὸ μάκρος τῆς νυκτός,
ἐκβάλλει μ’ ἔκρηξι μεγάλη τὸ δεινὸ ἄρρητο
ὑπὸ τοὺς σμερδνοὺς αἰώνες οἵ κατ’ ὀλίγον τι τὸ κρύπτουν.

Τὸ διάστημα ἀφ’ ἑαυτόν εἴτ’ ἐκτείνεται ἢ ἰσχναίνει
στὴν ἀνία τούτη ἐλίσσεται, μὲ φλόγες διὰ μαρτύρους
φαῦλες, πὼς εἶν’ ὁ δαίμων στιλπνοῦ ἄστρου π’ ἑορτάζει.

(Quand l’Ombre menaça… απόδοση: Γ.Α.  Σιβρίδης)

Ὕπαρ: ὀπτασία

ἴμερος: πόθος

κηδείων: νεκρώσιμων, ταφικών

ἤμπεσχε: περιέβαλε

ταινίες: γιρλάντες

σμερδνούς: τρομερούς

φαῦλες: ταπεινές