Александр Пушкин: Προς τους λοιδόρους της Ρωσίας [1831]

Διατὶ ἀδολεσχεῖς, —δημόθρου θάμβους κύριοι, λυσσᾶτε;
Διατὶ τέτοια ἀναθέματα πρὸς τὴν Ῥωσία βροντᾶτε;
Τί ἀνακινεῖ τὸ φλύαρο ὑμῶν μένος; τῆς Πολωνίας εἶν’ μήπως
τὸ καύχημα ποὺ ἐκπέπτωκε; Εἶναι μόνον ἡ σλαβικὴ συγγένεια,
ποὺ ἐρίζει μεταξύ των, ἔρις ἐφέστιος καὶ παλαιά,
ποὺ ἐκρίθη συχνὰ μὰ ἄπαυστος μένει, ἀπορία βεβαίως
δίχως λύση. Αἰῶνες ἤδη μάχονται,
τοῦτες οἱ φυλές, καίτοι ἐγγυτάτοι συγγενεῖς:
Καὶ συχνὰ ὑπὸ τὴν ταραχὴ τῆς Νίκης κάμπτεται
πότε αὐτῶν ἡ πλευρά, πότε ἡ ἡμῶν ἰδική.
Τίς παραμείνει σὲ τέτοιο ταραγμό
οἱ γαῦροι Λέχοι, ἢ οἱ πιστοὶ Ῥῶς;
Καὶ τὰ σλαβικὰ ρεύματα θ’ ἀπαντηθοῦν σὲ ῥωσικό ὠκεανό; —
Ἢ θ’ ἀποξηρανθοῦν; Τοῦτο εἶναι τὸ ζήτημα ἡμῶν.

Ἄφετε μας!: Τὰ μάτια πὦχετε νὰ ἴδουν ἀδυνατοῦν
τὴν αἰματηρά τράπεζα τῆς ἱστορίας ἡμῶν·
βάρβαρος, σκοτεινὴ ὑμῖν, ἡ ἡμετέρα
ῥίζα τῆς ἐμφυλίου ἔχθρας!
Σὲ σᾶς Κρεμλίνο καὶ πύργος τῆς Πράγας
εἶναι βουβά, καὶ κοιτᾶτε τὶς τύχες
καὶ τὴν τόλμη ἐπὶ τῆς μάχης τὴν ὥρα
καὶ οὐ κατανοεῖτε ἡμᾶς μὰ μᾶς μισεῖτε.

Τί σᾶς ἐπαίρει;
Εἶν’ ἐπειδή το ἔθνος τοῦτο αὐτό,
στῆς Μόσχας τὰ μιλτόπρεπτα τείχη, καθηρημένα
καὶ μαυρούμενα, ἀπώθησαν τὸν θρασὺ κελευσμό
Kείνου στοῦ ὁποίου δειλιάσατε τὸ νεῦμα;
Εἶν’ ἐπεὶ συνετρίψαμε στὴν λάσπη,
τὸν Δαγῶνα ποὺ χαλεπῶς ἔβριθε ὅλην τὴν γῆ,
καὶ τἄριστο αἷμα ἡμῶν παντοῦ ἀφειδῶς ἐσπάρη,
ἵνα ἀγοράσῃ σὲ χάριν τῆς Εὐρώπης ἐλευθερία καὶ εἰρήνη;

Εἶστε θρασύστομοι —ἀλλ’ ἀκούσατε, ἂν δοκιμάζατε γε μόνον,
ἢ εἶν’ καὶ ὁ ἥρως, κεκλιμένος πλέον σὲ σιωπή δαφνηφόρο,
ἀσθενὴς νὰ προτάξει αὖθις τὴν φοινὴ ξιφολόγχη τοῦ Ἰσμαῆλ;
Ἢ ὁ ῤῶσος καῖσαρ  ποτέ, αὐτός ἐκέλευσε μάτην;
Ἢ πρέπει ν’ ἀπαντήσωμε τὴν Εὐρώπη ὅλη ὁμάδι;
Ἀμνημονήσαμεν οὔπω νὰ κατακτήσωμέ τι;
Ἢ μᾶλλον, ἀπ’ τοῦ Πέρμ στὶς πηγές τῆς Ταυρίδος,
καὶ ἀπ’ τῶν θερμῶν στεππῶν τῆς Κολχίδος,
στὰ ψυχρά ὄρη τῆς Φιλλανδίας, ἀπ’ τοῦ ἡμερρηγμένου, φαιοῦ
τείχους, στὴν πάλλευκη Κίνα, θαμμένοι, γηρασμένοι
μία χαλύβδινη ἔπαλξι,  ἀθρόοι καὶ συντεταγμένοι,
ἠγείρεσθε ἂν, πολεμιστές τῆς Ῥωσίας, πάντες πανταχοῦ;
Τότε, πέμψατε τἀναρίθμητα πλήθη ὑμῶν,
τοὺς μανικούς ὑγιούς, τους κεντρηνεκεῖς δούλους,
στὰ πεδία τῆς Ῥωσίας ἔνι χῶρος νὰ κοιμηθοῦν,
Καὶ νὰ μάθουν τοὺς τάφους των ἀδελφῶν των.

[ἀπόδοση: Γ.Α. Σιβρίδης]

 

ἀδολεσχεῖς: φλύαροι

δημόθρου θάμβους κύριοι: δημαγωγοί

Kείνου: τοῦ Ναπολέοντα

Δαγῶνα: φοινικική θεότητα

φοινὴ: κατακόκκινη, αἱματωμένη

κεντρηνεκεῖς: κεντούμενος ὅπως τἀλογα

 

О чем шумите вы, народные витии[3]?
Зачем анафемой грозите вы России?
Что возмутило вас? волнения Литвы?
Оставьте: это спор славян между собою[4],
Домашний, старый спор, уж взвешенный судьбою,
Вопрос, которого не разрешите вы.

                Уже давно между собою
                Враждуют эти племена;
                Не раз клонилась под грозою
                То их, то наша сторона.
                Кто устоит в неравном споре:
                Кичливый лях, иль верный росс[5]?
Славянские ль ручьи сольются в русском море?
                Оно ль иссякнет? вот вопрос.

                Оставьте нас: вы не читали
                Сии кровавые скрижали[6];
                Вам непонятна, вам чужда
                Сия семейная вражда;
                Для вас безмолвны Кремль и Прага[7];
                Бессмысленно прельщает вас
                Борьбы отчаянной отвага —
                И ненавидите вы нас…

                За что ж? ответствуйте: за то ли,
Что на развалинах пылающей Москвы
                Мы не признали наглой воли
                Того, под кем дрожали вы[8]?
                За то ль, что в бездну повалили
Мы тяготеющий над царствами кумир
                И нашей кровью искупили
                Европы вольность, честь и мир?..

Вы грозны на словах — попробуйте на деле!
Иль старый богатырь, покойный на постеле,
Не в силах завинтить свой измаильский штык[9]?
Иль русского царя уже бессильно слово?
                Иль нам с Европой спорить ново?
                Иль русский от побед отвык?
Иль мало нас? Или от Перми до Тавриды,
От финских хладных скал до пламенной Колхиды,
                От потрясенного Кремля
                До стен недвижного Китая,
                Стальной щетиною сверкая,
                Не встанет русская земля?..
                Так высылайте ж к нам, витии,
                Своих озлобленных сынов:
                Есть место им в полях России,
                Среди нечуждых им гробов.