Monthly Archives: Δεκέμβριος 2020

Thomas Babington Macaulay, Baron Macaulay: Επιτάφιος Ιακωβίτου

Προσέφερα, ἄψογος, στὸν ἀληθή μου βασιλέα πίστι καὶ ἀνδρεία: ματαία πίστι, καὶ ἀνδρεία ματαία. Χάριν αὐτοῦ, γαῖες καὶ τιμές, πλούτους ἀπέλιπον, Καὶ μία ἐλπίδα πολύτιμο, πλέον ἐκτίμησα αὐτῶν. Σὲ ξένο κλίμα ἀπέκαμον, πάλιν χάριν αὐτοῦ, πολιὸς καθὼς περίλυπος τῇ ἀκμῇ τῆς ἥβης μου· στὸ Λαβέρνιο

Percy Bysshe Shelley: Ωδή στον Ζέφυρο [1820]

I. Ὦ δριμὺ Ζέφυρε, σὺ πνοή τῆς φύσεως τοῦ Φθινοπώρου, σύ, ποὺ ἀπ’ τῆς ἀφανοῦς σου παρουσίας χαμαιπετῶς τὰ φύλλα ἐλαύνουν, ὡσὰν φάσματα ποὺ κάποιου μάγου φεύγουν, κίτρινο, καὶ μέλαν, καὶ ὠχροῦν, καὶ κόκκινο καχεκτικό, πλήθη ποὺ λοιμώσσουν: ὦ σύ, ὁποῖος διφρηλατεῖς πρὸς τὸν λυγαῖο

Alfred Tennyson, Lord Tennyson: Η επέλασις της Ελαφράς Ταξιαρχίας [1855]

I. Μισὴ λεύγα, μισὴ λεύγα, ἡμισεία λεύγα ἐμπρός, στὴν κοιλάδα τοῦ Θανάτου ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι. «Ἐμπρός, Ἐλαφρὰ Ταξιαρχία! ἔφοδος ἐπὶ τὰ πυροβόλα!» εἶπε. Στὴν κοιλάδα τοῦ Θανάτου ἔλασαν οἱ ἐξακόσιοι. II. «Ἐμπρός, Ἐλαφρὰ Ταξιαρχία!» ἦταν τῶν ἀνδρῶν τίς ποὺ ἐπτοήθῃ; Ὄχι κἂν ὁ στρατιώτης ἤξευρε

William Wordsworth: Ωδή. Aγγέλματα αθανασίας από άωρες παιδικές αναμνήσεις

Παῖς τὸν Ἄνθρωπο γεννάει· θὰ εὐχόμουν οἱ ἡμέρες μου νὰ εἶναι ἀλληλοδέσμιες μὲ φυσικὸ σέβας . I. Ἦταν κάποτε καιρός ποὺ ἄλσος, λειμών καὶ χείμαρρος ἡ γῆ, καὶ κάθε θέαμα κοινό μ’ ἐφαίνετο περίστολο σὲ πέπλωμα οὐρανίου φωτός, τὸ κλέος καὶ τὴν πνοὴ ὀνείρατος. Δὲν

Arthur Rimbaud: Ο βοημικός μου βίος

Φαντασία Ἔφευγα, κ’ εἶχα τὶς γροθιές στὰ σκασμένα θυλάκια· μέχρι καὶ ἡ χλαίνα μου τούτη ἰδέα γινόταν · Ἔβαινα ὑπὸ τὸν οὐρανό, κ’ ἥμουν πιστός σου, Μοῦσα! Πῶ! πῶ! τί λαμπροὺς ἔρωτες ὠνείρωξα! Οἱ μόνες βράκες μου εἶχαν μέγα τρύπημα ―Ὀνειροπόλος κοντορεβιθούλης, ἐκκόκκιζά ’γω ρυθμοὺς